Ο Μύθος του Ηρός
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΗΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΖΩΗ[1]
[Η ιστορία του Ηρός του Αρμενίου, από την Πολιτεία του Πλάτωνα με σχόλια
παρμένα κυρίως από το έργο του Πρόκλου, Έις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα. Η συζήτηση αυτή γίνεται ανάμεσα στον Σωκράτη και στον Γλαύκωνα.]
Σωκράτης: Δεν πρόκειται βέβαια να σου μιλήσω εγώ για την διήγηση του Αλκίνου,[2] αλλά ενός αλκίμου άνδρα, του Ηρός του Αρμενίου από την γενιά του Παμφύλου.[3] Αυτός κάποτε σκοτώθηκε στον πόλεμο και όταν μετά από δέκα ημέρες μάζευαν τους νεκρούς που ήταν σε κατάσταση αποσύνθεσης, το δικό του σώμα βρέθηκε σώο. Και αφού το μετέφεραν στην πατρίδα του για το θάψουν, την δωδέκατη ημέρα[4] μετά τον θάνατό του και ενώ το σώμα ήταν τοποθετημένο πάνω στην πυρά, αυτός αναβίωσε[5] και διηγήθηκε όσα είχε δει στον άλλο κόσμο.
Η Περιοχή «Λιβάδι των ψυχών»
Τους έλεγε πως όταν βγήκε η ψυχή του από το σώμα[6] άρχισε να ταξιδεύει με πολλούς άλλους και έφθασαν έτσι σε έναν θαυμάσιο τόπο. Εκεί υπήρχαν στην γη δυο χάσματα, το ένα δίπλα από το άλλο. Απέναντι από αυτά υπήρχαν δυο άλλα που οδηγούσαν προς τα πάνω, στον ουρανό.[7]
Στον τόπο εκείνον και ανάμεσα στα χάσματα κάθονταν οι Κριτές των ψυχών,[8] οι οποίοι όταν τελείωνε μια δίκη πρόσταζαν τους δίκαιους να ακολουθήσουν τον δρόμο τον δεξιό που πηγαίνει προς τα πάνω στον ουρανό, αφού πρώτα αναρτούσαν ένα σημάδι μπροστά τους που φανέρωνε την απόφαση που είχαν βγάλει γι’ αυτούς, ανάλογα με όσα είχαν πράξει στην ζωή τους. Όσο για τους άδικους, αυτούς τους διέταζαν να ακολουθήσουν τον δρόμο τον αριστερό και προς τα κάτω, αφού αναρτούσαν και σε αυτούς πίσω στην πλάτη τους ένα σημάδι που έδειχνε τις πράξεις που είχαν κάνει.
Όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους ο ίδιος ο Ηρ, του είπαν ότι αυτός χρειάζεται να γίνει αγγελιοφόρος στους ανθρώπους και να τους κοινοποιήσει όλα όσα συμβαίνουν εκεί και τον συμβούλευσαν να βλέπει προσεκτικά και να ακούει όσα γίνονται σε εκείνον τον τόπο.
Είδε λοιπόν εκεί να πηγαίνουν σε καθένα από τα δύο χάσματα του ουρανού και της γης οι ψυχές διψασμένες και γεμάτες σκόνη, και από το άλλο να κατεβαίνουν άλλες ψυχές καθαρές.
Όσες ψυχές έφθαναν εκεί κάθε φορά φαίνονταν πως είχαν κάνει μακρά πορεία και πήγαιναν ευχαριστημένες στο λιβάδι για να κατασκηνώσουν σαν να επρόκειτο για πανηγύρι και αγκαλιάζονταν αναμεταξύ τους όσες γνωρίζονταν. Οι ψυχές που είχαν φθάσει από την γη ρωτούσαν όσες έρχονταν από τον ουρανό θέλοντας να μάθουν όσα γίνονταν εκεί, ενώ όσες έρχονταν από τον ουρανό ρωτούσαν για όσα γίνονται στην γη. Τα διηγούνταν μεταξύ τους και όσες ψυχές θυμόνταν τα παθήματα που τους είχαν συμβεί κάτω από την γη θρηνούσαν – αυτή η πορεία λέει ο Ηρ διαρκούσε χίλια χρόνια – ενώ εκείνες που έρχονταν από τον ουρανό διηγούνταν τις χαρές και όσα αφάνταστης ωραιότητας είδαν.
Πολύς καιρός, φίλε Γλαύκων, θα χρειαζόταν για να σου διηγηθώ με λεπτομέρεια τις πληροφορίες που αντάλασσαν. Συνοπτικά όμως θα σου πω τα εξής: Για όσα αδικήματα είχε κάνει ο καθένας είχε τιμωρηθεί ίσες φορές και για όσους ανθρώπους είχε αδικήσει δέκα φορές για τον καθένα και η κάθε τιμωρία διαρκούσε εκατό χρόνια, επειδή τόση υπολογίζεται η ανθρώπινη ζωή. Για να εκτίσουν δέκα φορές την ποινή κάθε άδικης πράξης.
Για παράδειγμα εκείνοι που ήταν αίτιοι για τον θάνατο πολλών ανθρώπων, έχοντας προδώσει πόλεις ή στρατόπεδα ή αυτοί που έριξαν πολλούς στην δουλεία ή που ήταν οι υπεύθυνοι για κάποιο άλλο κακούργημα, για όλα αυτά με δεκαπλάσια βασανιστήρια για το κάθε αδίκημα τιμωρούνταν, ενώ από την άλλη οι άνθρωποι που είχαν κάνει ευεργεσίες και ήταν δίκαιοι και ευσεβείς έπαιρναν την ανάλογη ανταμοιβή τους.
Για αυτούς που πέθαιναν στην αρχή της ζωής τους ή έζησαν για λίγο, έλεγε κάποια άλλα πράγματα, που δεν αξίζει να τα αναφέρω. Για εκείνους που σέβονταν τους θεούς και τιμούσαν τους γονείς τους, έλεγαν πως απονέμονταν ακόμη μεγαλύτερες αμοιβές για τις καλές πράξεις τους. Για αυτούς όμως που ήταν ασεβείς και πατροκτόνοι και είχαν με τα ίδια τους τα χέρια δολοφονήσει ανθρώπους υπήρχαν μεγαλύτερες τιμωρίες.
Έλεγε ο Ηρ πως ήταν παρών εκεί όταν κάποιος ρώτησε έναν άλλον πού είναι ο μέγας Αρδιαίος. Αυτός ήταν τύραννος σε κάποια πόλη της Παμφυλίας και είχε συμπληρώσει εκείνην την στιγμή χίλια χρόνια. Είχε σκοτώσει τον γέροντα πατέρα του και τον μεγαλύτερο αδελφό του και διέπραξε, όπως έλεγαν, πολλά άλλα φοβερά εγκλήματα. Είπε λοιπόν πως εκείνος που ρωτήθηκε έδωσε αυτή την απάντηση:
«Δεν ήλθε, ούτε θα έλθει ξανά εδώ. Είδαμε όμως ένα από τα πιο φοβερά θεάματα. Όταν φτάσαμε στο υπόγειο χάσμα, έτοιμοι να βγούμε έξω, έχοντας υποστεί όλες τις τιμωρίες μας, ξαφνικά είδαμε τον Αρδιαίο μαζί με άλλους που οι περισσότεροι από αυτούς ήταν τύραννοι, αλλά και κάποιοι άλλοι που είχαν διαπράξει μεγάλα κακουργήματα.
Αυτοί νόμιζαν πως ήλθε η ώρα πια να ανέβουν επάνω, αλλά το στόμιο τους απέτρεπε και μούγκριζε κάθε φορά που κάποιος από αυτούς τους ασυγχώρητους ως προς την κακία ή από εκείνους που δεν είχαν τιμωρηθεί αρκετά, έκανε προσπάθεια να ανέλθει. Μόλις άκουγαν το μουγκρητό κάποιοι άνθρωποι άγριοι και πύρινοι στην όψη, που ήταν κοντά στις πύλες και καταλάβαιναν τι σημαίνει το μουγκρητό, μερικούς από αυτούς που ήθελαν να ανέβουν τους έπιαναν από την μέση και τους πέταγαν μακριά, αλλά τον Αρδιαίο και μερικούς άλλους αφού τους έδεσαν μαζί – χέρια, πόδια και κεφάλι – τους έβαλαν κάτω και τους έγδαραν, και ύστερα τους τράβαγαν έξω δίπλα στον δρόμο πάνω σε αγκάθια, ξεσκίζοντας έτσι το σώμα τους και κάθε φορά έλεγαν στους διαβάτες γιατί τους κάνουν έτσι και πως θα τους πάνε έπειτα να τους ρίξουν στον Τάρταρο».
Από τους πολλούς και τους κάθε είδους φόβους, είπε, που είχαν δοκιμάσει, αυτός ήταν ο χειρότερος. Φοβούνταν δηλαδή μήπως ακούσουν και αυτοί το τρομερό εκείνο μουγκρητό την ώρα που πήγαινε ο καθένας τους να διαβεί το στόμιο. Γι’ αυτό με πολλή μεγάλη χαρά ανέβαινε ο καθένας όταν έπαυε το μουγκρητό. Αυτές ήταν σχεδόν όλες οι ποινές και οι τιμωρίες, και φυσικά οι ανταμοιβές ήταν ανάλογές προς αυτές.
Όταν ο καθένας συμπλήρωνε επτά ημέρες στο λιβάδι, έπρεπε την όγδοη ημέρα να ξεκινήσει και να πορευτεί και μετά από πορεία τεσσάρων ημερών[9] όλοι τους έφτασαν σε ένα μέρος από όπου έβλεπαν ένα φως που διαπερνούσε από ψηλά όλον τον ουρανό και την γη ίσιο σαν κίονας και παρόμοιο με την ίριδα, αλλά πολύ πιο λαμπρό και διαυγές. Σε αυτό έφτασαν μετά από μιας ημέρας πορεία και είδαν εκεί στην μέση του φωτός να είναι οι άκρες των δεσμών του τεντωμένες από τον ουρανό, γιατί αυτό το φως ήταν ο σύνδεσμος όλου του ουρανού και σαν τα υποζώματα των πολεμικών καραβιών συγκρατούσε την ουράνια περιφορά.[10]
Από τις άκρες των δεσμών κρεμόταν σφιχτά δεμένο το αδράχτι[11] της Ανάγκης που απ’ αυτό ρυθμίζονται όλες οι περιστροφικές κινήσεις. Ο άξονας[12] αυτού του αδραχτιού και το αγκίστρι είναι από χάλυβα[13] ενώ το σφοντύλι είναι φτιαγμένο από ένα κράμα χάλυβα και άλλων μετάλλων. Η κατασκευή του σφοντυλιού[14] είναι τέτοιου είδους: στο σχήμα του είναι σαν αυτό που έχουμε εδώ, και από όσα έλεγε, ήταν κάπως έτσι: κοίλο και με βαθούλωμα σε ολόκληρο το εσωτερικό του και με ένα άλλο μικρότερο προσαρμοσμένο όπως οι κάδοι που μπαίνουν ο ένας μέσα στον άλλον και με τον ίδιον τρόπο ένα τρίτο και μετά ένα τέταρτο και στην συνέχεια άλλα τέσσερα.[15]
Δηλαδή όλα τα σφοντύλια ήταν οκτώ, το ένα ταιριασμένο καλά μέσα στο άλλο. Αυτά στο περίγραμμά τους φαίνονταν σαν σειρά κύκλων και σχημάτιζαν γύρω από τον άξονα μια συνεχόμενη επιφάνεια «ενός σφονδυλιού». Εκείνος ο άξονας περνώντας από το κέντρο του όγδοο σφονδυλιού έβγαινε στην άλλη πλευρά. Το πρώτο σφοντύλι είχε το πλατύτερο χείλος από όλα τα άλλα, το έκτο σφοντύλι ερχόταν δεύτερο ως προς το πλάτος του κύκλου, το τέταρτο σφοντύλι ερχόταν τρίτο ως προς το πλάτος, το όγδοο σφοντύλι ερχόταν τέταρτο, το έβδομο σφοντύλι ερχόταν πέμπτο, το πέμπτο σφοντύλι ερχόταν έκτο, το τρίτο σφοντύλι ήταν έβδομο και το όγδοο σφοντύλι ήταν δεύτερο ως προς το πλάτος.
Ο κύκλος του μεγαλύτερου σφοντυλιού του εξωτερικού ήταν ποικιλόχρωμος, του έβδομου λαμπρός, του όγδοο έπαιρνε χρώμα και λάμψη από τον κύκλο του εβδόμου που τον φώτιζε, οι κύκλοι του δεύτερου και του πέμπτου σφοντυλιού είχαν παρόμοια χρώματα σχεδόν, αλλά λίγο πιο ξανθιά από τους άλλους, ο κύκλος του τρίτου είχε κατάλευκο χρώμα του τετάρτου κοκκινωπό και του έκτου κύκλου η λευκότητα ερχόταν δεύτερη.
Το αδράχτι ολόκληρο περιστρεφόταν γύρω από τον άξονά του κατά την ίδια πάντα φορά, ενώ εσωτερικά οι επτά συγκεντρικοί κύκλοι γύριζαν με ηρεμία προς την αντίθετη από το σύνολο κατεύθυνση.[16] Από αυτούς ταχύτερα κινούνταν ο όγδοος, και μετά από αυτόν έρχονταν μαζί ο έβδομος, ο έκτος και ο πέμπτος. Την τρίτη κατά σειρά ταχύτητα φαινόταν πως την είχε ο τέταρτος όπως διέγραφε κύκλο κατά την αντίθετη κατεύθυνση, την τέταρτη ταχύτητα ο τρίτος και την πέμπτη ο δεύτερος.
Το ίδιο το αδράχτι στρεφόταν ανάμεσα στα γόνατα της Ανάγκης. Και πάνω στον καθέναν από αυτούς τους κύκλους καθόταν μια Σειρήνα, που γύριζε μαζί με αυτούς και τραγουδούσε πάντα με την ίδια φωνή και στον ίδιο φθόγγο και από τις φωνές των οκτώ σειρήνων ακουγόταν μια υπέροχη αρμονική συμφωνία.
Ολόγυρα κάθονταν σε θρόνους και σε ίση απόσταση μεταξύ τους τρεις άλλες γυναίκες που ήταν κόρες της Ανάγκης, οι Μοίρες: η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος, που φορούσαν λευκά φορέματα και είχαν στέμματα στο κεφάλι και τραγουδούσαν στον σκοπό των σειρήνων, δηλαδή η Λάχεσις τραγουδούσε τα περασμένα, η Κλωθώ τα παρόντα και η Άτροπος τα μελλοντικά. Η Κλωθώ πιάνοντας με το δεξί της χέρι το αδράχτι βοηθούσε κατά διαστήματα την εξωτερική του περιστροφή, η Άτροπος με το αριστερό της χέρι έκανε το ίδιο για τις εσωτερικές κινήσεις και η Λάχεσις πότε με το ένα χέρι και πότε με το άλλο βοηθούσε την εξωτερική του περιστροφή και την εσωτερική περιφορά.
Αυτοί λοιπόν μόλις έφτασαν, έπρεπε να παρουσιαστούν αμέσως μπροστά στην Λάχεση. Στην αρχή ένας προφήτης[17] τους τακτοποίησε βάζοντάς τους στην σειρά τον ένα μετά τον άλλον. Έπειτα πήρε από τα γόνατα της Λάχεσις κλήρους και πρότυπα τρόπωνζωής κι αφού ανέβηκε πάνω σε ένα ψηλό βήμα είπε:
«Αυτά τα λόγια ανήκουν στην παρθένα Λάχεση, κόρη της Ανάγκης. Ω ψυχές εφήμερες, μια άλλη περίοδος ζωής αρχίζει για το θνητό γένος που θα καταλήξει πάλι στον θάνατο. Δεν θα σας διαλέξει ο δαίμων[18] με κλήρο αλλά εσείς θα επιλέξετε τον δαίμονά σας. Αυτός που ο κλήρος του θα βγει πρώτος, ας διαλέξει πρώτος τον τρόπο ζωής του, που θα ακολουθήσει κατ’ ανάγκην. Η αρετή είναι κτήμα χωρίς ιδιοκτήτη, αλλά ανάλογα με την προτίμηση ή την περιφρόνηση που θα δείξει ο καθένας προς αυτήν, θα πάρει μεγαλύτερο ή μικρότερο μερίδιο. Η ευθύνη ανήκει σ’ εκείνον που διαλέγει· ο θεός ευθύνεται για αυτό.»
Η επιλογή της επόμενης ζωής
Αφού είπε αυτά, έριξε πάνω σε όλους από έναν κλήρο, και ο καθένας έπαιρνε τον κλήρο που έπεφτε κοντά του, εκτός από τον Ήρα τον Αρμένιο, που δεν του επέτρεπε να πάρει κλήρο. Ο καθένας που πήρε τον κλήρο του έβλεπε ποια ήταν η σειρά του για να διαλέξει. Μετά από αυτό, έβαλε μπροστά τους και πάνω στην γη τα πρότυπα των τρόπων ζωής που ήταν όμως πολύ περισσότερα από τους παρόντες. Ήταν βίοι κάθε είδους, βίοι όλων των ζώων και όλων των ανθρώπων.
Μέσα λοιπόν σε αυτούς υπήρχαν τυραννίες, κάποιες από αυτές ισόβιες και άλλες που στο ενδιάμεσο καταλύονται και οι τύραννοι ξεπέφτουν στην φτώχεια, στην εξορία και στην ζητιανιά. Υπήρχαν τρόποι ζωής ανθρώπων διάσημων, είτε για την εμφάνιση, την ομορφιά, την ισχύ και την πολεμική τους δύναμη, είτε για την καταγωγή τους και τις αρετές των προγόνων τους. Υπηρχαν ακόμη και τρόποι ζωής όχι ένδοξων ανθρώπων, σε σχέση με τους προηγούμενους, καθώς και βίοι γυναικών.
Μέσα σε αυτά δεν υπήρχε ποιοτική κατάταξη της ψυχής, γιατί είναι αναγκασμένη κάθε ψυχή να γίνει αλλιώτικη, ανάλογα με τον τρόπο ζωής που θα επιλέξει. Οι άλλοι βίοι ήταν ανάμικτοι, με πλούτη και με φτώχεια, με υγεία και αρρώστια και τέλος άλλοι βίοι που ήταν ενδιάμεσοι ανάμεσα στους καλύτερους και στους χειρότερους.
Εδώ λοιπόν φαίνεται, αγαπητέ μου Γλαύκωνα, ότι βρίσκεται όλος ο κίνδυνος για τον άνθρωπο και γι’ αυτό πρέπει ο καθένας μας αφήνοντας κατά μέρος οποιοδήποτε άλλο μάθημα να φροντίσει να αναζητήσει και να βρει εκείνον που μπορεί να τον μάθει να διακρίνει ανάμεσα στον καλό και στον κακό τρόπο ζωής, και από όλους τους πιθανούς τρόπους να επιλέγει πάντοτε τον καλύτερο, αφού θα σκεφτεί καλά πόσο συντελούν στον ενάρετο βίο όλα όσα μέχρι τώρα είπαμε - είτε όλα μαζί είτε χωριστά το καθένα.
Θα πρέπει να μάθει τι καλό ή τι κακό προξενεί η ομορφιά αναμειγμένη με την φτώχεια ή με τον πλούτο, που με την ανάλογη ψυχική διάθεση κάνουν τον άνθρωπο καλό ή κακό. Θα μάθει τι αποτέλεσμα φέρνουν αν αναμειχθούν μεταξύ τους η ευγενική και η ταπεινή καταγωγή, η ιδιωτική ζωή και η ανάληψη εξουσίας, η σωματική δύναμη ή η αδυναμία, η ευχέρεια ή η δυσκολία στην μάθηση, και γενικώς όλα τα παρόμοια που μπορεί να έχει η ψυχή ως έμφυτα ή επίκτητα χαρακτηριστικά, ώστε αναλογιζόμενος όλα αυτά να μπορεί να επιλέγει αποβλέποντας στην φύση της ψυχής, ανάμεσα στον χειρότερο και στον καλύτερο τρόπο ζωής, θεωρώντας χειρότερο αυτόν που θα οδηγήσει την ψυχή προς την αδικία και καλύτερο αυτόν που θα την κάνει δικαιότερη, ενώ ως προς όλα τα άλλα θα αδιαφορήσει. Γιατί είδαμε πως αυτή είναι η καλύτερη εκλογή τόσο για τους ζωντανούς όσο και για τους νεκρούς.
Πρέπει λοιπόν άνθρωπος που έχει αυτήν την ακλόνητη πεποίθηση να κατεβαίνει στα μέρη του Άδη, έτσι ώστε να μην τον θαμπώνουν τα πλούτη και τα παρόμοια κακά, και για να μην προξενεί πολλά και ανεπανόρθωτα κακά στους άλλους, πέφτοντας στην τυραννία και σε άλλες παρόμοιες πράξεις, αλλά και για να μην πάθει ο ίδιος μεγαλύτερα δεινά. Πρέπει να γνωρίζει να διαλέγει τον τρόπο ζωής που βρίσκεται στο ενδιάμεσο αυτών και να αποφεύγει τις υπερβολές προς την μια κατεύθυνση ή προς την άλλη, και σε όλη την διάρκεια της επίγειας ζωής του όσο μπορεί, ή ακόμη σε ολόκληρη την μελλοντική ζωή του. Γιατί μόνο έτσι ο άνθρωπος γίνεται ευτυχέστερος.
Και όπως είπε ο αγγελιαφόρος του κάτω κόσμου, ο προφήτης τότε πρόσθεσε και αυτόν τον λόγο:
Ακόμη και για εκείνον που θα έλθει τελευταίος στην σειρά, αν διαλέξει με φρόνηση και ζει με αυστηρό τρόπο, υπάρχει τρόπος ζωής ευχάριστος και όχι άσχημος. Ούτε ο πρώτος στην εκλογή πρέπει να αμελήσει να δώσει την ανάλογη προσοχή, ούτε κι ο τελευταίος να απελπιστεί.
Αφού είπε αυτά τα λόγια, εκείνος που του έτυχε ο κλήρος να διαλέξει πρώτος πήγε και επέλεξε την φοβερότερη τυραννία, και από την απερισκεψία του και την απληστία του την διάλεξε χωρίς να εξετάσει τα πάντα με σύνεση, κι έτσι δεν αντιλήφθηκε πως μέσα σε αυτά που διάλεξε ήταν μοιραίο να φάει τα παιδιά του, καθώς και πολλές άλλες συμφορές.
Αλλά όταν εξέτασε με προσοχή αυτό που διάλεξε, άρχισε να κλαίει και να οδύρεται για την επίλογη που έκανε χωρίς να αναλογίζεται όσα πριν τους είχε πει ο προφήτης. Ωστόσο δεν κατηγορούσε τον εαυτό του για τα κακά που διάλεξε αλλά την τύχη και τους θεούς και οποιονδήποτε άλλον εκτός από τον εαυτό του. Αυτός, λοιπόν, ήταν από εκείνους που ήλθαν από τον ουρανό και είχε ζήσει κατά την προηγούμενή ζωή του σε μια πόλη καλά οργανωμένη και είχε αποκτήσει την αρετή χωρίς να φιλοσοφεί, απλώς από συνήθεια.
Και μπορεί επίσης να ειπωθεί πως οι περισσότεροι που επέλεγαν και έπεφταν σε τέτοια δεινά ήταν όσοι είχαν έλθει από τον ουρανό, επειδή δεν είχαν συνειδητοποιήσει τα δεινά της ζωής. Εκείνοι όμως που είχαν ανέλθει από την γη, επειδή και οι ίδιοι είχαν υποφέρει πολλά κα είχαν δει και άλλους να βασανίζονται, δεν έκαναν απρόσεκτα την επιλογή τους.
Για αυτόν τον λόγο και εξαιτίας επίσης της τύχης του κλήρου πολλές ψυχές αλλάζουν και από τα καλά πέφτουν στα κακά και το αντίστροφο. Αν λοιπόν κάποιος κάθε φορά που έρχεται σε αυτήν την ζωή επιδίδεται στην ορθή φιλοσοφία και αν ο κλήρος της εκλογής δεν τον φέρει στους τελευταίους, φαίνεται – σύμφωνα με τα λόγια του Ηρός του Αρμενίου – πως όχι μόνο όσο είναι στην γη μπορεί να ζει ευτυχισμένος αλλά και η πορεία που θα ακολουθήσει για τον άλλον κόσμο και το αντίστροφο, δεν θα είναι υπόγεια και τραχιά αλλά ομαλή και ουράνια!
Σύμφωνα με τα λόγια του, άξιζε να δει κανείς αυτήν την σκηνή, το πώς διάλεγε δηλαδή η κάθε ψυχή τον τρόπο ζωής· ήταν ένα θέαμα αξιοθαύμαστο αλλά ενίοτε αξιολύπητο και επίσης παράδοξο. Αλλά η εκλογή γινόταν κυρίως σύμφωνα με τις συνήθειες της προγενέστερης ζωής. Γιατί είδε, καθώς έλεγε, την ψυχή που κάποτε ήταν του Ορφέα να διαλέγει την ζωή κύκνου, επειδή δεν ήθελε να γεννηθεί ξανά σαν άνθρωπος από κάποια γυναίκα, αφού τις μισούσε όλες επειδή τον σκότωσαν. Είδε επίσης την ψυχή του Θαμύρου να διαλέγει την ζωή του αηδονιού. Τέλος είδε και έναν κύκνο να αλλάζει, διαλέγοντας ανθρώπινη ζωή, καθώς και άλλα ζώα και ωδικά πτηνά.
Η ψυχή που ήταν εικοστή στην σειρά διάλεξε την ζωή ενός λιονταριού. Αυτή ήταν η ψυχή του Αίαντα του Τελαμώνιου που απέφυγε να γίνει άνθρωπος γιατί θυμόταν την κρίση για τα όπλα.
Μετά από αυτήν την ψυχή ακολούθησε η ψυχή του Αγαμέμνονα. Είχε κι αυτή έχθρα για όσα υπέφερε από το ανθρώπινο γένος και άλλαξε διαλέγοντας την ζωή αετού.
Στην μέση έτυχε να πέσει ο κλήρος της ψυχής της Αταλάντης που αφού σκέφτηκε τις μεγάλες τιμές των σπουδαίων αθλητών, δεν μπόρεσε να αντισταθεί και αλλά διάλεξε έναν τέτοιον βίο.
Μετά από αυτήν είδε την ψυχή του Επειού γιού του Πανοπέα[19] να παίρνει την φύση της γυναίκας που είναι επιδέξια στις χειρωνακτικές εργασίες.
Πιο μακριά και ανάμεσα στους τελευταίους ειδε την ψυχή του Θερσίτη του γελωτοποιού[20] να ντύνεται την σάρκα πιθήκου.
Είδε, κατά τύχη, και την ψυχή του Οδυσσέα που της είχε πέσει ο τελευταίος κλήρος στην σειρά για επιλογή, ο οποίος αναλογιζόμενος τα βάσανα που πέρασε πάνω στην γη είχε χαθεί πλέον η φιλοδοξία του και έψαχνε τριγύρω ζητώντας την ζωή ενός ανθρώπου απλού δίχως πολλά έργα και μόλις την βρήκε να είναι κάπου περιφρονημένη από όλες τις άλλες ψυχές βλέποντάς την φώναξε πως θα επέλεγε αυτήν ακόμη και αν είχε τον πρώτο κλήρο, και την πήρε με πολλή ευχαρίστηση.
Και από τα άλλα θηρία κάποια περνούσαν στην ανθρώπινη ζωή, ή άλλαζαν μεταξύ τους και τα άδικα έπαιρναν την ζωή των αγρίων ενώ τα δίκαια την ζωή ήμερων ζώων και γινόταν μεταξύ τους κάθε είδους ανακάτεμα.
Αφού όλες οι ψυχές είχαν διαλέξει τον τρόπο ζωής τους, με την σειρά που τους είχε δώσει ο κλήρος, πήγαιναν μετά μπροστά στην Λάχεση. Εκείνη έδινε στην καθεμιά τον δαίμονα που διάλεξε, για να την προστατεύει στην ζωή της και να εποπτεύει στην εκτέλεση όλων των καθηκόντων και υποχρεώσεων που διάλεξε κάθε ψυχή.
Αυτός ο δαίμονας οδηγούσε αρχικά την ψυχή στην Κλωθώ που κάτω από το χέρι της το αδράχτι στριφογύριζε για να επικυρώσει έτσι την μοίρα που διάλεξε η ψυχή.[21] Μετά την επαφή με το αδράχτι έφερνε την ψυχή εκεί όπου έγνεθε η Άτροπος κάνοντας έτσι αμετάκλητα όσα είχαν κλωστεί κι από εκεί χωρίς να γυρίσουν πίσω πήγαιναν και αφού περνούσαν κάτω από τον θρόνο της Ανάγκης, έβγαιναν από την άλλη μεριά.
Το πεδίο της Λήθης
Αφού πέρασαν έτσι όλες ξεκίνησαν μαζί προς το πεδίο της Λήθης μέσα από φοβερή και αποπνικτική θέρμη. Γιατί αυτό το πεδίο ήταν χωρίς καθόλου δέντρα ή φυτά που βλασταίνουν από την γη. Τότε άρχισε να βραδιάζει και κατασκήνωσαν κοντά στον ποταμό Αμέλητα του οποίου το νερό κανένα αγγείο δεν μπορεί να κρατήσει. Εκεί κάθε ψυχή ήταν αναγκασμένη να πιεί ορισμένη ποσότητα από το νερό αυτό, αλλά κάποιοι χωρίς φρόνηση δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν, έπιναν περισσότερο από το συνηθισμένο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι όποιος έπινε περισσότερο, λησμονούσε τα πάντα.
Όταν κοιμήθηκαν πια και ήλθαν μεσάνυχτα, ακούστηκε μια βροντή και ένας σεισμός τους ταρακούνησε και ξαφνικά από το σημείο που βρίσκονταν εκσφενδονίστηκαν σαν διάττοντες αστέρες προς τον κόσμο της γένεσης. Εκείνον όμως – δηλαδή τον Ήρα – δεν τον άφησαν να πιει νερό και αυτός δεν κατάλαβε πώς γύρισε στο σώμα του. Μα ξαφνικά το πρωί σαν άνοιξε τα μάτια του είδε τον εαυτό του ξαπλωμένο στην πυρά.
* * *
Έτσι λοιπόν, φίλε Γλαύκωνα, διασώθηκε η ιστορία και δεν χάθηκε. Και θα μπορούσε φυσικά και εμάς να σώσει αν την πιστέψουμε, γιατί έτσι και το ποτάμι της Λήθης καλά θα διασχίσουμε και την ψυχή μας δεν θα μολύνουμε. Αν λοιπόν έχεις πεποίθηση στα λόγια μου και θεωρήσουμε την ψυχή αθάνατη και ικανή να αντέχει όλα τα κακά και τα καλά, θα ακολουθούμε πάντα την ανοδική ατραπό και παντοιοτρόπως θα κάνουμε τα έργα μας με δικαιοσύνη και σωφροσύνη. Έτσι θα είμαστε φίλοι με τον ίδιο τον εαυτό μας και με τους θεούς. Και όσον καιρό ζούμε εδώ στην γη και αφού κερδίσουμε τα έπαθλα της αρετής σαν τους νικηφόρους αθλητές, θα είμαστε ευτυχείς τόσο εδώ όσο και στην χιλιόχρονη διαδρομή μας.[22]
[1] Σύμφωνα με τον Πρόκλο η πρόθεση της ιστορίας αυτής είναι η συνολική θεώρηση της δικαιοσύνης και των απολαβών που καρπώνεται από τα θεία Όντα εκείνος που κοσμεί τον εσωτερικό του κόσμο με το σύνολο των αρετών και κυρίως με την δικαιοσύνη, καθώς επίσης και τις αντίθετες από αυτές τις απολαβές, δηλαδή τις τιμωρίες που είναι αναγκαίο να υποστεί εκείνος που έχει στην ψυχή του την αντίθετη κατάσταση, δηλαδή την αδικία.
[2] Πρόκειται για τον Αλκίνοο, βασιλιά των Φαιάκων οι οποίοι κατοικούσαν στην αρχαία Κέρκυρα.
[3] Δηλαδή από την Παμφυλία. Στο σημείο αυτό ο Πρόκλος κάνει το εξής σχόλιο: «Μερικοί υποστηρίζουν ότι πατέρας του όλου μύθου δεν είναι ο Ηρ αλλά ο Ζωροάστρης και αποδίδουν το γραπτό κείμενο σαν να αναφέρεται σε αυτό το όνομα. Έτσι γράφει μεταξύ άλλων και ο Κολώτης της επικούρειας σχολής (4ος π.Χ αιώνας). Αλλά και εγώ ο ίδιος έχω δει τέσσερα βιβλία του Ζωροάστρη με τίτλο Περί Φύσεως, που στον πρόλογο αναγράφεται: “Αυτά λέει ο Ζωροάστρης, ο γιος του Αρμενίου, Πάμφυλος όσα πεθαίνοντας στον πόλεμο έμαθε από τους θεούς και όσα πληροφορήθηκε από την ιστορία γενικά”».
[4] Σχετικά με τον αριθμό δώδεκα ο Πρόκλος γράφει: «Δημιουργείται από τους κυριότερους πρώτους αριθμούς πολλαπλασιαζόμενους μεταξύ τους, εννοώ την Τριάδα και την Τετράδα (3Χ4=12). Από αυτές η μία (Τριάδα) είναι τελειοποιητική και προκαλεί την επιστροφή προς τις αρχές, ενώ η άλλη (Τετράδα) είναι γόνιμη, παρέχει έδρα σε αυτά που γεννιούννται και εξασφαλίζει επίσης την αρμονία. Έτσι η δωδεκάδα με την διπλή της σύσταση ταιριάζει και με την επιστροφή της ψυχής προς τα καθολικά και με την νοητική και υπερβατική ζωή, αλλά και με την παραμονή του σώματος στην σταθερότητα και αμεταβλησία.
[5] Ο Πρόκλος αναφέρει και άλλες περιπτώσεις αναβίωσης, όπως του Αριστέα, του Ερμόδωρου, του Επιμενίδη, του Κλέαρχου που ήταν μαθητής του Αριστοτέλη, και άλλων.
[6] Και πάλι ο Πρόκλος σχολιάζει ότι η αναβίωση του Ηρός δεν είναι κάτι άλλο από την είσοδο στο «σώμα της ψυχής», από το οποίο είχε χωριστεί. Και πιο κάτω γράφει: «Η επιθυμία κάθε ψυχής για την επάνω περιοχή είναι σίγουρα φυσική γιατί πάνε σε τόπο οικείο γι’ αυτές μετά από την απαλλαγή τους από το οστράκινο σώμα».
[7] Ο Νουμήνιος ονομάζει ουρανό την σφαίρα των απλανών και λέει ότι υπάρχουν δυο χάσματα, ο Καρκίνος και ο Αιγόκερως, όπου ο πρώτος είναι χάσμα καθοδικό προς τον κόσμο της γένεσης και ο δεύτερος ανοδικό, ενώ «υπόγειους ποταμούς» αποκαλεί την σφαίρα των πλανητών.
[8] Στον τόπο αυτόν που ονομάζεται λειμώνας, οι κριτές – ο Μίνωας, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός – δικάζουν τις ψυχές στο τρίστρατο απ’ όπου δυο δρόμοι οδηγούν ο ένας στα Νησιά των Μακάρων και ο άλλος στον Τάρταρο. Τα χάσματα που μπορούμε να τα απεικονίσουμε με ένα Χ, ορίζουν εκτός από τις δυο προαναφερόμενες πορείες και δυο άλλες από τις οποίες έρχονται οι ψυχές – άλλες από τα Νησιά των Μακάρων και άλλες από τα Τάρταρα για μια κλήρωση και επιλογή μιας δεύτερης ζωής.
[9] Συνολικά οι ημέρες συμπληρώνουν την δωδεκάδα (7+1+4). Οι επτά πρώτες ημέρες συνδέονται με τους πλανήτες, η Μονάδα με την αψίδα του Ουρανού, στην σφαίρα των απλανών και η τετράδα με τον Ήλιο. Επίσης η εβδομάδα (επτάδα) είναι μέτρο των ημερών, ενω η τετράδα (τέσσερεις εποχές) είναι μέτρο των μηνών.
[10] Η περιγραφή που παρουσιάζεται εδώ δεν σχετίζεται με τον τρισδιάστατο κόσμο, αλλά με τον αιθέριο κόσμο (αιθερικό πεδίο). Το «Φως» διαπερνάει και συγκρατεί όλον τον περιστρεφόμενο ουρανό, αποτελεί τον σύνδεσμο με αυτόν και είναι ορατό, ακίνητο. Μέσω του φωτός που είναι ακίνητο κινούνται όλα τα άλλα, καθώς και η ουράνια περιφορά. Έτσι στηρίζει τον κόσμο σαν τα υποζώματα των πλοίων.
[11] Το αδράχτι ή άτρακτος αποτελείται από την ηλακάτη – έναν κάθετο άξονα – το στρογυλό σφοντύλι, το οποίο βοηθάει στο γύρισμα του αδραχτιού και το αγκίστρι ή άγκιστρο, στο κάτω μέρος του αδραχτιού.
[12] Ο άξονας, σύμφωνα με τον Πρόκλο είναι ο ένας και μοναδικός Νους που συγκρατεί όλους τους κόσμους, ενοποιώντας τις περιοδικές κινήσεις όλων. Γιατί αυτός ο Νους κάνει την ψυχή όχι μόνο να κινείται, αλλά και να κινείται πάντα με τον όμοιο αυτόν τρόπο.
[13] Στο αρχαίο κείμενο διαβάζουμε «και το άγκιστρον είναι εξ αδάμαντος». Αλλά αδάμαντα οι αρχαίοι αποκαλούσαν τον χάλυβα.
[14] Το σφοντύλι συντίθεται από πολλά σφοντύλια, το ένα μέσα στο άλλο, όπου τα μεγαλύτερα έχουν στους κόλπους τους τα μικρότερα και τα περικλείουν στις κοίλες τους επιφάνειες. Είναι σαν κάδοι διαφορετικού μεγέθους που μπαίνουν ο ένας μέσα στον άλλον. Τα 8 σφοντύλια είνα οι οκτώ ζώνες ή σφαίρες του ουρανού. Η εξωτερική είναι η ζώνη των απλανών και έπονται οι ζώνες των πλανητών και του δικού μας Ήλιου.
[15] Το πρώτο σφοντύλι αντιστοιχεί στην πιο εξωτερική και μακρινή σφαίρα των απλανών, το δεύτερο στον Κρόνο, το τρίτο στον Δία, το τέταρτο στον Άρη, το πέμπτο στον Ερμή, το έκτο στην Αφροδίτη, το έβδομο στον Ήλιο και το όγδοο στην Σελήνη.
[16] Η εξωτερική ζώνη των απλανών κινείται και ταυτόχρονα κινεί τις άλλες εσωτερικές ζώνες. Τα ουράνια σώματα του ηλιακού μας συστήματος κινούνται δεξιόστροφα με διαφορετική το καθένα ταχύτητα, αλλά η ταχύτητα του όλου σφοντυλιού είναι μεγαλύτερη και η κίνησή του είναι δεξιόστροφη.
[17] Ο προφήτης ήταν ο μεσολαβητής ανάμεσα στην Λάχεση και στις ψυχές.
[18] Ο δαίμονας – από την λέξη «δαήμων» που σημαίνει “αυτός πουγνωρίζει” – η γνωστική ικανότητα της ψυχής – είναι εκείνο το μέρος της θείας ψυχής που ενσαρκώνεται (ενσαρκωμένη ψυχή). Σε κάθε ενσάρκωση ο δαίμονας είναι διαφορετικος ενώ η θεία ψυχή είναι πάντα ίδια.
[19] Ο Επειός ήταν αυτός που με την βοήθεια της Αθηνάς κατασκεύασε τον Δούρειο Ίππο.
[20] Έλληνας ήρωας του Τρωικού πολέμου που είχε άσχημο και παραμορφωμένο σώμα και του άρεσε να κοροϊδεύει όλους του συμπολεμιστές του.
[21] Αφού το αδράχτι αντιπροσωπεύει τους πλανήτες και τα άστρα, η Κλωθώ όριζε, ή χάραζε όπως θα λέγαμε, το ωροσκόπιο της γέννησης κάθε ψυχής.
[22] Σύμφωνα με αυτήν αλλά και κάποιες άλλες παραδόσεις, χίλια χρόνια κατά μέσον όρο περνάνε ανάμεσα στον θάνατο και στην επόμενη γέννηση.