1. Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΔΑ 

 

 

Σακιαμούνι: Ο Ιδρυτής του Βουδισμού

Το πραγματικό όνομα του Βούδα Σακιαμούνι (563-483 π.Χ.) ήταν Σιντάρτα και το επώνυμό του Γκαουταμά. Οποιαδήποτε άλλα ονόματα είναι στην πραγματικότητα τίτλοι, π.χ. Βούδας σημαίνει «φωτισμένος», Σακιαμούνι σημαίνει «σοφός των Σάκια» κ.λπ. Γεννήθηκε στο Καπιλαβάστου, την πρωτεύουσα ενός μικρού βασιλείου των Σάκια στους πρόποδες των Ιμαλαΐων. Πατέρας του ήταν ο βασιλιάς Σουντοντάνα και μητέρα του η Μάγια – μια λέξη που σημαίνει πλάνη – η οποία και πέθανε μία εβδομάδα μετά την γέννησή του. Παντρεύτηκε σε ηλικία δεκαεπτά ετών και ζούσε ευτυχισμένος στο παλάτι. Κάποια μέρα όμως ο Σιντάρτα έφυγε από την κατοικία του και βγήκε έξω για να συναντήσει τους υπηκόους του. Σε αυτήν την εκδρομή του συνάντησε έναν ανάπηρο άνθρωπο, ένα πτώμα σε αποσύνθεση, και έναν γέρο ασκητή. Από αυτές και από άλλες παρόμοιες εικόνες, τόσο διαφορετικές από την ευτυχία της βασιλικής αυλής, συγκλονίστηκε, κατάλαβε την πραγματικότητα του πόνου και της δυστυχίας των ανθρώπων και αναρωτήθηκε για το νόημα της ζωής. Σκέφτηκε πως ήταν ευθύνη δική του να δώσει μια απάντηση, όχι μόνο θεωρητική και φιλοσοφική αλλά και πρακτική για να ανακουφίσει τον πόνο αυτού του κόσμου. Έτσι, σε ηλικία 29 ετών, λίγο μετά την γέννηση του γιου του, εγκατέλειψε το βασίλειό του και έγινε περιπλανώμενος αναζητητής. Όπως ήταν το έθιμο εκείνη την εποχή, ο Σιντάρτα περιπλανήθηκε στις σπηλιές των διάσημων ερημιτών και στα απόμακρα άσραμ φημισμένων σοφών. Συναντήθηκε με πολλούς γιόγκι και γκουρού της εποχής του, έμαθε πολλά μυστικά της φύσης, αλλά τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής και του θανάτου, της αληθινής φύσης και του σκοπού της ύπαρξης του ανθρώπου καθώς και της δημιουργίας του απέραντου σύμπαντος παρέμειναν αναπάντητα.

Μαζί με μια μικρή ομάδα αφοσιωμένων γιόγκι επιδόθηκε με ζήλο στον αυστηρό ασκητισμό, στον διαλογισμό και σε παρατεταμένες νηστείες. Για έξι χρόνια ασκούνταν στην ακραία λιτότητα και στην σκληρή αυτοπειθαρχία μέχρι που τελικά κατέρρευσε και υπήρχε ο φόβος να πεθάνει χωρίς να έχει πετύχει τον σκοπό του. Τέλος πεπεισμένος ότι τέτοιες πρακτικές δεν θα οδηγούσαν στην φώτιση που επιδίωκε, ο Σιντάρτα τις εγκατέλειψε δια παντός. Άλλαξε στάση, ακολούθησε την μέση οδό υιοθέτησε μια κανονική δίαιτα, αλλά συνέχισε τον διαλογισμό. Έτσι βίωσε τον βαθύ διαλογισμό κάτω από ένα μεγάλο δέντρο που ονομάζεται ασβαττά (ινδική ιερή συκιά). Μετά από τρεις ημέρες σε βαθύ διαλογισμό, λέγεται ότι έφθασε στην φώτιση και έγινε Βούδας. Κατάλαβε ξαφνικά ότι όλοι οι άνθρωποι είναι Βούδες, όλα τα όντα είναι φωτισμένα, αλλά δεν το γνωρίζουν! Έτσι, ο ίδιος δεν θεώρησε την φώτισή του ως επίτευξη, δεδομένου ότι ήταν πάντα Βούδας. Ακριβώς εκείνη την στιγμή κατάλαβε βαθιά αυτό που ήταν πάντα, δηλαδή μια φωτισμένη οντότητα.

Οι Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες και το Οκταπλό Μονοπάτι

Ο σοφός Σακιαμούνι θέλησε να κοινοποιήσει αυτήν την αποκάλυψή του στους ανθρώπους, αλλά ακόμη και οι αναχωρητές οι οποίοι μέχρι τότε ακούνταν μαζί του, δεν πείσθηκαν εύκολα από τα λόγια του. Περίμεναν μια σπουδαία φιλοσοφία, η οποία θα έδινε η λύση σε όλα τα προβλήματα. Είχε βρει την απόλυτη αλήθεια, αλλά ήταν τόσο απλή ώστε δεν γινόταν πιστευτή. Έφτιαξε, λοιπόν, ένα ορθολογικό σύστημα το οποίο και άρχισε να διδάσκει ταξιδεύοντας στις διάφορες πόλεις της Ινδίας. Εξηγούσε ότι εδώ σε αυτόν τον κόσμο δεν μπορεί κανείς να βρει την ευτυχία, παρά μόνο παροδικές ικανοποιήσεις και περισσότερο πόνο μέχρι να έλθει ο θάνατος. Βρήκε ότι η αιτία όλης της δυστυχίας του κόσμου είναι η επιθυμία. Ως εκ τούτου, πρέπει κανείς να απαλλαγεί από τις επιθυμίες, να εγκαταλείψει τις επιθυμίες. Για να το πετύχει αυτό πρέπει να κατανοήσει τις τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες του Βούδα. Η πρώτη αλήθεια λέει ότι όλη ύπαρξη συνοδεύεται από πόνο. Η δεύτερη αλήθεια λέει ότι η αιτία του πόνου είναι οι επιθυμίες και η λαχτάρα για την ικανοποίησή τους. Η τρίτη αλήθεια λέει ότι μέσω της τέλειας εξάλειψης της επιθυμίας, ο πόνος θα πάψει να υφίσταται. Η τέταρτη αλήθεια αναφέρει την Οκταπλή Ατραπό ως το μοναδικό μέσον για το σταμάτημα του πόνου. Η Οκταπλή Ατραπός είναι: ορθή αντίληψη, ορθή κρίση, ορθή ομιλία, ορθή συμπεριφορά, ορθή ζωή, ορθή προσπάθεια, ορθή σκέψη και ορθός διαλογισμός.

Πολλοί άνθρωποι δέχθηκαν με χαρά την νέα διδασκαλία του και σύντομα απέκτησε πολλούς μαθητές. Βασιλιάδες και φτωχοί, βραχμάνοι και παρίες, άνδρες και γυναίκες, άνθρωποι κάθε φυλής και μορφωτικού επιπέδου γίνονταν εξίσου δεκτοί σαν μαθητές. Πολλοί άνθρωποι άκουγαν τις ομιλίες (σούτρα) του και, σύμφωνα με την παράδοση, ακόμη και θεοί και άλλα μη ανθρώπινα όντα παρίσταντο στις συνάξεις του. Σιγά-σιγά δημιουργήθηκε γύρω του η πρώτη βουδιστική κοινότητα που συμπεριλάβανε πολλές χιλιάδες ανθρώπων. Αφού ίδρυσε έτσι την βουδιστική αδελφότητα (σάμγκα) για τους μοναχούς και τις μοναχές και τους δίδαξε την «Ευγενή Ατραπό» εισήλθε στο Νιρβάνα, δηλαδή σε μια κατάσταση πέρα από τον θάνατο και πέρα από την ανάγκη για επαναγέννηση.

Βουδισμός

Οι βουδιστές αποκαλούν την θρησκεία τους Αριαμάργκα, που σημαίνει «Ατραπός των Ευγενών». Κατά μία έννοια, είναι δύσκολο να την ορίσουμε ως θρησκεία, δεδομένου ότι δεν αποδέχονται την ύπαρξη ενός ανώτατου θεού. Δέχονται σίγουρα ότι υπάρχουν θεοί, αλλά το πεπρωμένο του Βούδα είναι ανώτερο από εκείνο των θεών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον λέγεται ότι ακόμη και οι θεοί συχνά πήγαιναν στα κηρύγματά του, επειδή αποκάλυπτε υπερβατικές καταστάσεις και κόσμους πέρα από την περιοχή των θεών. Υποστήριξε όμως ότι υπάρχει μια απόλυτη πνευματική Οντότητα που αγκαλιάζει ολόκληρο το σύμπαν, την οποία αποκαλούσε Σβαμπάβα (svabhava), που σημαίνει «Αυθύπαρκτο». «Μιλάω για έναν Σβαμπάβα», έλεγε στους μαθητές του, «πέρα από την λογική και τα φαινόμενα». Όλα τα βουδικά πεδία και οι αμέτρητοι κόσμοι υπάρχουν σε αυτόν τον Σβαμπάβα.

Οι βασικές αρχές του βουδισμού είναι: (1) Οι Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες σχετικά με την αιτία της δυστυχίας του κόσμου και την υπέρβασή της, (2) η Οκταπλή Ατραπός, (3) η θεωρία ότι η «πραγματικότητα» αποτελείται από τα φαινόμενα του εξωτερικού κόσμου και την υποκειμενική ζωή και δεν υπάρχει κάποιο εγώ ή ψυχή πίσω τους, (4) όλα τα όντα είναι προσδεδεμένα σε έναν τροχό δώδεκα ακτίνων (νιντάνα), οι οποίες είναι οι αιτίες της ενσάρκωσης και (5) όταν μπορέσει κανείς να αποδεσμευτεί από αυτόν τον συνεχώς περιδινούμενο τροχό διαλύοντας τα φαινόμενα και υπερνικώντας τα εμπόδια, εισέρχεται στην αληθινή Πραγματικότητα ή Νιρβάνα. Εκτός από αυτές τις βασικές αρχές ο Βουδισμός έχει υιοθετήσει και τις ιδέες του ινδουισμού για το κάρμα και την μετενσάρκωση.

Οι Τέσσερις Σχολές του Βουδισμού

Η ιστορική εξέλιξη του βουδισμού μπορεί να χωριστεί σε τέσσερις κύριες φάσεις: (1) Από τα μέσα του 6ου έως τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. είναι η φάση του πρώιμου Βουδισμού, ή Χιναγιάνα, στην οποία η διδασκαλία παρουσιάστηκε από τον Βούδα και καταγράφηκε από τους μαθητές του. (2) Από τον 1ο έως τον 7ο αιώνα μ.Χ. έχουμε τον χωρισμό του βουδισμού σε δύο μεγάλους κλάδους – Μαχαγιάνα και Γιογκατσάρα. (3) Μετά τον 7ο αιώνα εμφανίζεται η σχολή του θιβετανικού βουδισμού και το κινέζικο Τσ’ανΖεν).

Η πρώτη βουδιστική σχολή είναι το Χιναγιάνα (Μικρό Όχημα). Οι οπαδοί του Χιναγιάνα αποκαλούν την διδασκαλία τους Τεραβάντα (Theravada), που σημαίνει «Δρόμος των Πρεσβυτέρων». Το Χιναγιάνα παρουσιάζει κατά κύριο λόγο την πορεία προς την απελευθέρωση. Παρέχει μια ανάλυση της ανθρώπινης κατάστασης, της φύση της ύπαρξης και της δομής της ατομικότητας και προσφέρει μεθόδους για το ξεπέρασμα του πόνου. Το Τριπιτάκα (Τρία Καλάθια) είναι ο κανόνας της σχολής Χιναγιάνα, και αποτελείται από τα τρία μέρη: Βινάγια (Κανόνες και σχόλια), Σούτρα (κηρύγματα του Βούδα) και Αμπιντάρμα (ειδικές διδασκαλίες για την εκπαίδευση του νου).

Το Μαχαγιάνα (Μεγάλο Όχημα) είναι η δεύτερη σχολή. Ονομάζεται Μεγάλο Όχημα επειδή, χάρη στην πολύπλευρη προσέγγιση του ανοίγει τον δρόμο για την απελευθέρωση σε μεγάλο αριθμό ατόμων και εκφράζει πράγματι την πρόθεση των οπαδών του για την απελευθέρωση όλων των όντων. Η σχολή Μαχαγιάνα αποδίδει μικρότερη αξία στον μοναχισμό από ό,τι το Χιναγιάνα. Σε αντίθεση με τον πρώιμο Βουδισμό, εδώ ακόμη και ένας που δεν είναι μοναχός μπορεί να φθάσει στο Νιρβάνα. Για τους μαχαγιανιστές Νιρβάνα δεν σημαίνει μόνο απελευθέρωση από τον σαμσάρα (ατέλειωτος κύκλος των ενσαρκώσεων), αλλά κα την παραδοχή ότι από την ίδια την φύση του ο άνθρωπος είναι μία απελευθερωμένη οντότητα και άρρηκτα συνδεδεμένη με το Αυθύπαρκτο (Σβαμπάβα). Οι διδασκαλίες του Μαχαγιάνα περιέχονται στα Σούτρα (ομιλίες), μεταξύ των οποίων είναι μερικά από τα πιο βαθιά κείμενα του Βουδισμού. Το Μαχαγιάνα έχει ως βάση τις δέκα Παραμίτα (Τελειώσεις). Υπάρχουν έξι Παραμίτα: γενναιοδωρία (ντάνα), πειθαρχία (σίλα), υπομονή (κσάντι), ενέργεια ή άσκηση (βίρια), διαλογισμός (ντιάνα) και σοφία (πραγνιά).

Ο θιβετανικός βουδισμός ή Βατζραγιάνα (Διαμαντένιο Όχημα) είναι μια σχολή του βουδισμού που γεννήθηκε κυρίως στην βόρεια Ινδία και αναπτύχθηκε από το Μαχαγιάνα. Από εκεί έφθασε στο Θιβέτ, στην Κίνα και στην Ιαπωνία μαζί με το Μαχαγιάνα. Οι διδασκαλίες του Βατζραγιάνα συνιστούν μια εσωτερική παράδοση που συνδυάζει στοιχεία της γιόγκα και της αρχαίας θιβετανικής θρησκείας Μπον, με την πρώιμη βουδιστική σκέψη. Μεταξύ των πιο σημαντικών γραφών τους είναι το Γκουχιασαμάτζα Τάντρα και το Καλατσάκρα Τάντρα.

Διδασκαλία του Βούδα

Η διδασκαλία του Βούδα δόθηκε σε πέντε στάδια. Στο αρχικό στάδιο στις πρώτες τρεις εβδομάδες ματά την φώτισή του παρουσίασε το Αβαταμσάκα Σούτρα, κατανόησαν μόνο οι μποντισάττβα, επειδή ήταν πέρα από την νοητική ικανότητα των άλλων μαθητών. Στο δεύτερο στάδιο των δώδεκα ετών δίδαξε τα Αγκάμα, προτρέποντας τους οπαδούς του να εγκαταλείψουν την προσκόλληση στις έννοιες του εγώ και των φαινομένων, για να βιώσουν προσωρινά το Νιρβάνα. Αφού είχαν σημειώσει περαιτέρω πρόοδο, στο τρίτο στάδιο των οκτώ ετών δίδαξε τις δοξασίες που αποκαλούνται Βαϊπούλια (Εκτεταμένες) για να τους βοηθήσει να αναπτύξουν τον μαχαγιανικό νου. Αφού είχαν μυηθεί στο Μαχαγιάνα, δίδαξε τα Πραγνιά Σούτρα (Σοφές Ομιλίες) στην τέταρτη φάση των είκοσι δύο ετών για να ενδυναμώσει την έμφυτη σοφία τους, έτσι ώστε να μπορεί να εκδηλωθεί και να λειτουργήσει κανονικά. Στο πέμπτο στάδιο των οκτώ ετών, δίδαξε το Σούτρα του Λωτού (Πάντμα Σούτρα) για να ανοίξει ο νους τους στο Ένα Βουδικό Όχημα (Εκαγιάνα), που υπερβαίνει τα τρία οχήματα των σραβάκα, πρατυέκα μπούντα και μποντισάττβα, αποκαλύπτοντας τον μοναδικό δρόμο του Βούδα ώστε να μπορέσουν να αφυπνιστούν και να εισέλθουν σε αυτόν. Πριν φύγει από αυτόν τον κόσμο, τους δίδαξε σε μια μέρα και μια νύχτα το Μαχαπαρινιρβάνα Σούτρα (Σούτρα του Μεγάλου Νιρβάνα) αποκαλύπτοντας την τετραπλή απόλυτη πραγματικότητα της Αιωνιότητας, της Ευδαιμονίας, του Εαυτού και της Αγνότητας στο τελικό Νιρβάνα.

Σάμγκα, η Αδελφότητα των Βουδιστών

Τα μέλη της βουδιστικής αδελφότητας ονομάζονται σραβάκα (ακροατές). Υπάρχουν τέσσερις τύποι ακροατών ή μαθητών. Αυτοί είναι οι μαθητές που έχουν επιτύχει ένα από τα τέσσερα στάδια της φώτισης.

Ο σροταπάννα είναι αυτός που «έχει εισέλθει στο ρεύμα». Είναι το πρώτο στάδιο, το οποίο μπορεί να επιτευχθεί από έναν ένθερμο οπαδό. Εισέρχεται στο ρεύμα αυτός που έχει απαλλαγεί από τα δεσμά της ατομικιστικής θεώρησης, αλλά δεν έχει ακόμη ξεπεράσει τελείως τα πάθη του. Μπορεί να ξαναγεννηθεί έως και επτά φορές, μέχρι να πετύχει την απελευθέρωση. Ο σακριταγκάμιν (αυτός που θα έρθει για μια ακόμη φορά) αποτελεί το δεύτερο στάδιο της υπερκόσμιας ατραπού. Οφείλει να ξαναγεννηθεί μια ακόμη φορά πριν από την επίτευξη του Νιρβάνα. Ο αναγκάμιν (ο μη επανερχόμενος) είναι ο σραβάκα που δεν είναι αναγκασμένος να εσαρκωθεί ξανά σε αυτόν τον κόσμο, αποτελεί το τρίτο στάδιο της ατραπού. Ο άρχατ (άξιος ή καταστροφέας των δεσμών) είναι αυτός που έχει επιτύχει το υψηλότερο επίπεδο της χιναγιανικής σχολής. Η καρποφορία της κατάστασης του άρχατ είναι το Νιρβάνα. Ο άρχατ αποτελούσε το ιδανικό κατά την διάρκεια του πρώιμου βουδισμού. Σε αντίθεση με τον μποντισάττβα του Μαχαγιάνα που επιθυμεί να απελευθερώσει όλα τα όντα, στην περίπτωση του άρχατ η κύρια έμφαση δίνεται στην προσπάθεια να πετύχει την δική του σωτηρία.

Η Ατραπός των Μποντισάττβα

Στον μαχαγιανικό βουδισμό ο μποντισάττβα είναι ένα ον που επιζητεί την κατάσταση του Βούδα μέσω της συστηματικής άσκησης των παραμίτα (τέλειες αρετές), αλλά απαρνείται την είσοδο στο τελικό Νιρβάνα μέχρι να σωθούν όλα τα όντα. Ο καθοριστικός παράγοντας για την δράση αυτή είναι η συμπόνια (καρούνα) συνδυαζόμενη με την υψηλή ενόραση και σοφία. Η ιδέα του μποντισάττβα είναι ριζωμένη στην πίστη ότι πολλοί Βούδες εμφανίστηκαν κατά το παρελθόν στην γη και αναρίθμητοι άλλοι θα εμφανιστούν στο μέλλον. Πριν να γίνει κανείς Βούδας ζει και διδάσκει για μεγάλες χρονικές περιόδους ως μποντισάττβα. Σύμφωνα με το Μαχαγιάνα υπάρχουν δύο είδη μποντισάττβα: οι γήινοι και οι υπερβατικοί. Αυτό που διακρίνει έναν γήινο μποντισάττβα από τους συνανθρώπους του είναι η ευσπλαχνία και ο αλτρουισμός, καθώς και ο αγώνας του να πετύχει την φώτιση. Ο υπερβατικός μποντισάττβα έχει κατακτήσει τις έξι παραμίτα (τελειώσεις) και έχει πετύχει την κατάσταση του Βούδα, αλλά αναβάλλει την είσοδό του στο τελικό Νιρβάνα. Κατέχει την τέλεια σοφία και δεν υπόκειται πλέον στον σαμσάρα. Συχνά εμφανίζεται με διάφορες μορφές προκειμένου να οδηγήσει τα όντα στην οδό της απελευθέρωσης. Οι πιο σπουδαίοι από αυτούς τους υπερβατικούς μποντισάττβα είναι ο Αβαλοκιτεσβάρα, ο Μαντζούσρι και ο Μαϊτρέγια.

Τα δέκα στάδια της ατραπού των μποντισάττβα, όπως περιγράφονται από τον ίδιο τον Βούδα στο Σουρανγκάμα Σούτρα είναι τα ακόλουθα:

            1. Μετά την επιδέξια κατανόηση της μεγαλειώδους Νόησης, αυτοί οι ενάρετοι συνειδητοποιούν την πλήρη βουδική κατάσταση του Ταθαγκάτα. Αυτό ονομάζεται στάδιο της αγαλλίασης όπου υπερνικούν όλα τα εμπόδια και εισέρχονται στην ατραπό της βουδότητας.

            2. Τώρα αντιλαμβάνονται ότι όλες οι διαφοροποιήσεις συγχωνεύονται στην μοναδική ενότητα, η οποία επίσης χάνεται. Αυτό ονομάζεται στάδιο της αγνότητας.

            3. Η έξοχη αγνότητα παράγει μεγάλη φωτεινότητα. Αυτό ονομάζεται στάδιο της φωτεινότητας.

            4. Η τέλεια αντίληψη οδηγεί στην φωτεινή Νόηση. Αυτό ονομάζεται στάδιο της ακτινοβόλου σοφίας.

            5. Η αντίληψη της κατάστασης πέραν της ενότητας και της διαφοροποίησης ονομάζεται στάδιο που είναι δύσκολο να κυριαρχηθεί.

            6. Η εκδήλωση της αληθινής αδρανούς φύσης του Βούδα ονομάζεται στάδιο της εμφάνισης του Απόλυτου.

            7. Η πλήρης διείσδυση στην περιοχή του Απόλυτου ονομάζεται στάδιο του απέραντου κόσμου.

            8. Η πλήρης εκδήλωση του Ενός Απόλυτου Νου ονομάζεται στάδιο του ατάραχου κόσμου.

            9. Η τέλεια λειτουργία του Απόλυτου Νου ονομάζεται στάδιο της Τέλειας Σοφίας. Επειδή αυτοί οι μποντισάττβα ασκούνται και εκπαιδεύονται με μεγάλη επιτυχία, αυτά ονομάζονται στάδια της επιτυχούς άσκησης.

          10. Αυτοί τώρα αντιλαμβάνονται την κατάσταση στην οποία προστατευτικά νέφη ευσπλαχνίας καλύπτουν τον ωκεανό του Νιρβάνα. Αυτό ονομάζεται στάδιο των νταρμικών νεφών.

 

2. ZEN ΚΑΙ ΤΣ’ΑΝ

Ο Δάσκαλος Λιν Τζι

Ζεν ή Τσ’αν είναι μια σχολή του μαχαγιανικού βουδισμού η οποία αναπτύχθηκε στην Κίνα κατά τον 6ο και 7ο  αιώνα από την συνένωση του βουδιστικού διαλογισμού (ντιάνα), τον οποίο ο Μποντιντάρμα έφερε στην Κίνα, και του Ταοϊσμού. Ζεν είναι η ιαπωνική απόδοση της κινέζικης λέξης Τσ’αν. Αυτή με την σειρά της είναι η κινεζική απόδοση της σανσκριτικής λέξης ντιάνα (dhyana) που σημαίνει διαλογισμός. Ζεν είναι ένας πνευματικός δρόμος του οποίου οι διδασκαλίες και οι πρακτικές έχουν ως στόχο την αυτοπραγμάτωση και οδηγούν τελικά στην αφύπνιση και στην φώτιση. Η ουσιαστική φύση του Ζεν μπορεί να συνοψιστεί σε τέσσερις σύντομες δηλώσεις: (1) Πετυχαίνει μια «ειδική διαβίβαση» εκτός της διδασκαλίας, (2) δεν εξαρτάται από τις ιερές γραφές, (3) απευθύνεται στην ανθρώπινη καρδιά και (4) οδηγεί στην πραγμάτωση της αληθινής φύσης του ανθρώπου που είναι εκείνη του Βούδα.

Όμως παρά την προέλευση του όρου, το Τσ’αν δεν έχει ακριβώς την σημασία του διαλογισμού, αλλά μάλλον σημαίνει «υπέρβαση του νου» ή «ενατένιση». Σύμφωνα με τον Γκάρμα Τζανγκ, έναν σύγχρονο συγγραφέα και σχολιαστή του Ζεν, το Τσ’αν είναι μια διδασκαλία που μπορεί να θεωρηθεί σαν το αποκορύφωμα όλης της βουδιστικής σκέψης, μια διδασκαλία άμεση, βαθιά και πρακτική, ικανή να επιφέρει απελευθέρωση και φώτιση.

Η Αλεξάντρα Νταβίντ Νελ γράφει στο βιβλίο της Βουδισμός: «Σύμφωνα με το Ζεν αυτό που εμποδίζει τον νου να αντιληφθεί την Πραγματικότητα είναι η συνεχής ροή ιδεών που τον ταράζουν, σαν το νερό που αναταράζεται από τον άνεμο, έτσι ώστε τα αντικείμενα δεν μπορούν να καθρεφτιστούν καθαρά και όλα τα είδωλα είναι διαστρεβλωμένα».

Ένας από τους δασκάλους του Τσ’αν, ο Χουέι-νεγκ (638-713 μ.Χ.), είπε: «Το πιο σπουδαίο πράγμα στην διδασκαλία του Τσ’αν είναι η ενδοσκόπηση, πράγμα που σημαίνει να στρέψει κανείς το φως του προς τα μέσα. Οι μαθητές του Τσ’αν κατευθύνουν την προσοχή τους εσωτερικά και καθρεφτίζουν αποκλειστικά και μόνο την “αληθινή τους φύση”».

O Τζον Μπλόφελντ, ένας διάσημος κινεζολόγος γράφει: «Ο μοναδικός σκοπός του αληθινού μαθητή του Ζεν είναι να εκπαιδεύσει τον νου του, ώστε να υπερβεί όλες τις σκεπτοδιαδικασίες που βασίζονται στον δυαδισμό ο οποίος είναι αδιαχώριστος από την καθημερινή ζωή και να πάρει την θέση τους η ενορατική Γνώση, η οποία για πρώτη φορά θα αποκαλύψει στον άνθρωπο τι είναι πραγματικά. Αν όλα είναι Ένα, τότε η γνώση της αληθινής φύσης του Εαυτού είναι ταυτόχρονα γνώση όλης της φύσης και του καθετί στο σύμπαν».

Αν και το Ζεν αναπτύχθηκε στην Κίνα και στην Ιαπωνία, γεννήθηκε στην γενέτειρα του Βούδα και δεν αποτελεί αποκλειστικά κινέζικο φαινόμενο. Πράγματι η βουδιστική θιβετανική σχολή Σαχατζαγιάνα είναι πανομοιότυπη, τόσο στις δοξασίες όσο και στις τεχνικές της με το Ζεν. Άλλωστε η επίσημη σειρά διαδοχής πνευματικών ηγετών του Τσ’αν (Ζεν) περιλαμβάνει 27 Ινδούς Δασκάλους, αρχίζοντας με τον «αρχαίο Δάσκαλο» Σακιαμούνι Βούδα.

Η ειδική διαβίβαση ξεκίνησε με μια περίφημη ομιλία του Βούδα. Περιβαλλόμενος από πολυάριθμους μαθητές που είχαν συγκεντρωθεί για να ακούσουν την διδασκαλία του, λέγεται ότι σε μια στιγμή έδειξε σε όλους ένα λουλούδι που κρατούσε στο χέρι του και παρέμεινε σιωπηλός. Από όλους τους μαθητές μόνον ο Κασιάπα συνέλαβε το βαθύ νόημα της πράξης αυτής και χαμογέλασε – σαν αποτέλεσμα της χειρονομίας του δασκάλου του είχε ένα αποκαλυπτικό όραμα και συνέλαβε αμέσως την πεμπτουσία όλης της διδασκαλίας του Βούδα. Αυτή ήταν η πρώτη διαβίβαση που έλαβε χώρα από καρδιά-νου σε καρδιά-νου. Ο Βούδας τότε επιβεβαίωσε την εμπειρία του Κασιάπα και στους επόμενους αιώνες ο Κασιάπα θεωρούνταν και ακόμη θεωρείται ως πρώτος Ινδός πατριάρχης αυτής της γραμμής διαδοχής που στηρίζεται στην σιωπηρή διαβίβαση της φώτισης.

Η Σχέση του Ζεν με τον Βουδισμό

Αν και μερικοί δάσκαλοι του Ζεν ήταν λαϊκοί και κάποιοι λίγοι Ταοϊστές, η συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν μοναχοί που είχαν ασπαστεί τον Βουδισμό και που είχαν ήδη σπουδάσει σε κάποια από τις βουδιστικές σχολές. Έτσι για να καταλάβει κανείς καλύτερα το Ζεν, είναι σκόπιμο να μελετήσει το υπόβαθρο μέσα στο ο οποίο γεννήθηκε και αναπτύχθηκε.

Όπως είναι γνωστό η κύρια διαίρεση του Βουδισμού είναι τα τρία οχήματα: Χιναγιάνα,  Μαχαγιάνα και Βατζραγιάνα (Διαμαντένιο Όχημα). Το Μαχαγιάνα, με το οποίο έχει ουσιαστική σχέση το Ζεν, διακρίνεται επίσης σε έξι κύριες σχολές, δηλαδή Πραγνιαγιάνα (Ατραπός της Σοφίας), Μαντιαμικαγιάνα (Μέση Ατραπός), Μποντισαττβαγιάνα (Ατραπός των μποντισάττβα), Αμινταγιάνα (Ατραπός του Αμίντα), Γιογκατσαραγιάνα (Ατραπός των Γιογκατσάρα) και Ντιαναγιάνα (Ατραπός του Διαλογισμού). Αν και αυτές οι σχολές γεννήθηκαν στην Ινδία μερικούς αιώνες μετά τον θάνατο του Βούδα, οι περισσότερες απ’ αυτές αναπτύχθηκαν και άκμασαν στην Κίνα και στην Ιαπωνία. Έτσι όταν μελετάμε τον Βουδισμό στην Κίνα και στην Ιαπωνία η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Στην Ινδία αναπτύχθηκαν οι σχολές Μαντιαμίκα του Ναγκαρτζούνα και Γιογκατσάρα των Ασάνγκα και Βασουμπαντού, ενώ στην Κίνα αναπτύχθηκαν οι σχολές Πραγνιαγιάνα, Μποντισαττβαγιάνα και Ντιαναγιάνα και στην Ιαπωνία άκμασε κυρίως το Αμινταγιάνα. Εξάλλου στο Θιβέτ αναπτύχθηκε το Ταντραγιάνα που διαδόθηκε μετά στην Κίνα και στην Ιαπωνία.

Για πολλούς Βουδιστές το Ζεν, ή Τσ’αν, όπως ονομάζεται στην Κίνα, είναι απλώς μια από τις εφτά κύριες βουδιστικές σχολές της Κίνας. Αυτές οι σχολές είναι:

1. Τ’ιέν-τ’άι, αντίστοιχη της ινδικής Πραγνιαγιάνα.

2. Χούα-γιέν, αντίστοιχη της ινδικής Μποντισαττβαγιάνα.

3. Τζιγκ-τ’ου, αντίστοιχη της ινδικής Αμινταγιάνα.

4. Σαν-λου, αντίστοιχη της ινδικής Μαντιαμικαγιάνα.

5. Φα-σιάνγκ, αντίστοιχη της ινδικής Γιογκατσαραγιάνα.

6. Τζεν-γιέν, αντίστοιχη της ινδικής Ταντραγιάνα.

7. Τσ’αν, αντίστοιχη της ινδικής Ντιαναγιάνα.

Από τις παραπάνω επτά, μόνο οι τρεις θεωρούνται καθαρά κινέζικες σχολές, δηλαδή οι Χούα-γιέν, Τ’ιεν-τάι και Τσ’αν, γιατί ενώ προϋπήρχαν σε εμβρυϊκή κατάσταση στην Ινδία και βασίζονται σε σανσκριτικές γραφές, αναπτύχθηκαν, διαδόθηκαν και εμπλουτίστηκαν τόσο πολύ στην Κίνα, ώστε δίκαια θεωρούνται σαν κινέζικες σχολές. Η σχολή Τζιγκ-τ’ου διαδόθηκε στην Κίνα και ιδιαίτερα στην Ιαπωνία. Αν και δεν αναπτύχθηκε ποτέ σε σημαντικό βαθμό ούτε και επηρέασε τους διανοούμενους, εντούτοις απέκτησε λαϊκή βάση και κατάφερε να επιβιώσει μέχρι σήμερα. Γι’ αυτό θα περιγράψουμε τον Βουδισμό στην Κίνα μόνο μέσω αυτών των τριών Σχολών.

Η Βουδιστική Σχολή Τ’ιέν-τ’άι

Λέγεται ότι από τον τέταρτο αιώνα π.Χ. απόστολοι του Βουδισμού ταξίδεψαν στην Κίνα κουβαλώντας τα σούτρα (ομιλίες του Βούδα) και διέδωσαν εκεί την νέα θρησκεία, μεταφράζοντας ταυτόχρονα τις γραφές τους στα Κινέζικα. Όμως σαν επίσημη χρονολογία της εισόδου του Βουδισμού στην Κίνα θεωρείται ο πρώτος μ.Χ. αιώνας. Η σχολή Τ’ιέν-τ’άι ιδρύθηκε από τον Τζι-ι (583-597 μ.Χ.), ο οποίος συστηματοποίησε και ολοκλήρωσε τις δοξασίες του Πραγνιαγιάνα. Η σχολή Τ’ιέν-τ’άι βασίζεται στην ινδική σχολή Πραγνιαγιάνα που ιδρύθηκε τον πρώτο μ.Χ. αιώνα στην Βόρεια Ινδία. Κύριες γραφές της είναι το Σαντάρμα Πουνταρίκα Σούτρα, το Μαχαπαρινιρβάνα Σούτρα και τα έργα του Ναγκαρτζούνα (100-165 μ.Χ.) που θεωρείται και πνευματικός αρχηγός της. Οι κύριες τεχνικές που χρησιμοποιεί είναι το Τζιρ-Γουάν (έλεγχος του νου και καλλιέργεια αγαθών ιδιοτήτων), και η Είσοδος μέσω των Έξι Νταρμικών Πυλών. Η Είσοδος μέσω των Έξι Νταρμικών Πυλών είναι μια άσκηση, κατά την οποία στο πρώτο στάδιο ο μαθητής παρακολουθεί νοητικά την αναπνοή. Στο δεύτερο στάδιο παρακολουθεί την ενεργειακή αντίστοιχη όψη της αναπνοής ή της ενεργειακής ροής στο σώμα. Καθώς παρακολουθείται η αναπνοή, γίνεται αντιληπτός ο νους που παρακολουθεί την αναπνοή. Στην συνέχεια παρακολουθεί την γέννηση και το σβήσιμο των σκέψεων στον νου του. Μέσω της άσκησης αυτής επιτυγχάνεται η κάθαρση του νου και η ανάδυση του πάντα υπάρχοντος αγέννητου Νου. Η σχολή Τ’ιέν-τ’άι, αν και παράκμασε λίγους αιώνες μετά την ίδρυσή της, είχε λίγους συνεχιστές οι οποίοι επηρέασαν σε κάποιο βαθμό το Τσ’αν.

Η Βουδιστική Σχολή Χούα-γιέν

Στην Κίνα η σχολή Χούα-γιέν ιδρύθηκε από τον Ντου-σουν (557-640 μ.Χ.) και τον Φα-τζαγκ (643-712 μ.) και θεωρείται ως το μεγαλύτερο επίτευγμα του κινέζικου βουδισμού. Η ιερή γραφή της είναι το Αβαταμσάκα Σούτρα, η πρώτη ομιλία του Βούδα μετά την φώτισή του. Οι δυο βασικές όψεις του Χούα-γιέν είναι οι Δέκα Νταρμικές Πύλες και η Θεώρηση του Κόσμου. Οι Δέκα Νταρμικές Πύλες είναι τα δέκα πνευματικά στάδια της ατραπού των μποντισάττβα. Η Θεώρηση του Κόσμου είναι η μυστική θεωρία του σύμπαντος Κόσμου που είναι γεμάτος από άπειρα βουδικά πεδία, όπου διαμένουν φωτεινά όντα καθοδηγούμενα από Βούδες και μποντισάττβα, πεδία που είναι άμορφα.

Για να δώσει ο Φα-τζαγκ ένα παράδειγμα της θεωρίας αυτής στην αυτοκράτειρα Γου Τσ’ε-τ’ιέν, την οδήγησε σε μια αίθουσα όπου οι τοίχοι, το ταβάνι και το δάπεδο είχαν καλυφθεί με καθρέπτες. Στο κέντρο υπήρχε ένα άγαλμα του Βούδα που φωτιζόταν από ένα κερί. «Ω, τι φανταστικό, τι θαυμάσιο!» αναφώνησε η αυτοκράτειρα καθώς παρατηρούσε το πανόραμα των άπειρων αντανακλάσεων στους καθρέπτες. Ο Φα-τζαγκ είπε: «Αυτή είναι μια φτωχή εικόνα του σύμπαντος Κόσμου. Σε κάθε καθρέφτη αυτής της αίθουσας θα δεις τις αντανακλάσεις όλων των άλλων καθρεφτών, μαζί με την εικόνα του Βούδα σ’ αυτές. Εδώ βλέπουμε ένα παράδειγμα του “Ενός σε όλα και όλων σε Ένα” και της ταυτόχρονης εμφάνισης διαφόρων βουδικών πεδίων». Έπειτα ο Φα-τζαγκ τοποθέτησε μια κρυστάλλινη σφαίρα στην παλάμη του και είπε: «Τώρα βλέπουμε όλους τους καθρέπτες και τις αντανακλάσεις τους μέσα σ’ αυτήν την μικρή κρυστάλλινη σφαίρα. Έτσι έχουμε μια εικόνα του μικρού που περιέχει το μεγάλο και του μεγάλου που περιέχει το μικρό. Σε αυτήν την αλληλεξαρτώμενη εικόνα ο χώρος και ο χρόνος δεν αποτελούν εμπόδιο».

Σύμφωνα με την σχολή Χούα-γιέν υπάρχει ο κόσμος του λι ή έσχατης αρχής και ο κόσμος του σιν ή φαινομένων, όπου ο κάθε ένας από τους δυο διειδύει ανεμπόδιστα στον άλλον και κάθε φαινόμενο ταυτίζεται με κάθε άλλο φαινόμενο. Έτσι αποκαθίσταται ένα ολιστικό σύστημα, όπου το καθετί οδηγεί σε ένα σημείο, στον Βούδα που είναι στο κέντρο. Η σχολή Χούα-γιέν άρχισε να παρακμάζει μετά τον δέκατο αιώνα, αλλά άσκησε βαθιά επιρροή στους οπαδούς του Τσ’αν. Οι ίδιοι οι δάσκαλοι του Τσ’αν μελετούσαν και δίδασκαν τα κείμενα της σχολής αυτής.

Η  Βουδιστική Σχολή Τζιγκ-τ’ου

Ο πρώτος που συνδέεται με την σχολή είναι ο Χουέι-γιουάν (334-416), ο οποίος παρότρυνε τους οπαδούς του να κάνουν αγαθοεργίες και να επαναλαμβάνουν το όνομα του Αμιτάμπα Βούδα. Με αυτόν τον τρόπο μετά θάνατον θα αναγεννιόνταν στην Αγνή Χώρα (Σουκαβάτι) του Αμιτάμπα. Η κύρια γραφή της είναι το Σουκαβάτι Βιούχα Σούτρα. Ένας δάσκαλος της σχολής ήταν ο Σαν-τάο (613-681 μ.Χ.), που θεωρείται από τους Ιάπωνες σαν ενσάρκωση του ίδιου του Αμιτάμπα. Η σχολή αυτή δεν απαιτούσε πολλά από τους οπαδούς της και γι’ αυτό σύντομα διαδόθηκε στα λαϊκά στρώματα. Έτσι μπόρεσε και επιβίωσε μαζί με το Τσ’αν. Κατά την διάρκεια της δυναστείας των Μινγκ (1367-1644 μ.Χ.) έγινε μια επιτυχής προσπάθεια για ένωση αυτής της σχολής και της διαλογιστικής σχολής του Λιν-τζι, που ήταν και η μόνη που επιζούσε ακόμη από το Τσ’αν. Στις αρχές του εικοστού αιώνα η σχολή Τζιν-τ’ου γνώρισε μια ισχυρή αναβίωση.

Η Προέλευση του Τσ’αν

Σύμφωνα με την παράδοση αυτή η σχολή εγκαινιάστηκε από τον ίδο τον Βούδα και αναφέραμε τον τρόπο. Μια άλλη απόδοση της ιστορίας είναι η εξής: Λέγεται πως μια μέρα που ο Βούδας μιλούσε σε ένα πλήθος από ντέβα, αναχωρητές και μποντισάττβα, σε μια στιγμή έπιασε ένα χρυσό λουλούδι σανταλόδεντρου και το σήκωσε συμβολικά με το χέρι του. Από όλους τους παρευρισκομένους, μόνο ο Μαχακασιάπα κατάλαβε το βαθύ νόημα της κίνησης. Τότε ο Βούδας του είπε: «Κατέχω τον θησαυρό του ορθού νταρμικού ματιού, τον θαυμάσιο νιρβανικό νου και την άυλη πραγματικότητα που τώρα σου διαβιβάζω!» Ο Μαχακασιάπα, με την σειρά του, διαβίβασε αργότερα αυτήν την μυστική θεωρία στον Ανάντα και ο Ανάντα στον Σανακαβάσα. Έτσι διαδοχικά έφτασε ως τον Μποντιντάρμα.

Μποντιντάρμα, ο Ιδρυτής του Τσ’αν (Ζεν)

Ο Μποντιντάρμα (473-543 μ.Χ.), που στα κινέζικα ονομάζεται Μπου-ντι Ντά-μο και στα Ιαπωνικά Νταρούμα, ήταν ένας Ινδός βουδιστής που ταξίδευσε στην Κίνα και ίδρυσε εκεί την σχολή του Νου (Τσ’αν). Όταν ο αυτοκράτορας, που τον υποδέχτηκε στην πρωτεύουσα, του ζήτησε να ορίσει την βασική αρχή του Βουδισμού, ο Μποντιντάρμα αποκρίθηκε «Αχανής Κενότητα».

Ο Μποντιντάρμα έφτασε στην Καντώνα τον έκτο αιώνα και δίδαξε επί μισόν αιώνα τις ιδέες του στην Βόρεια Κίνα. Παρότρυνε τους οπαδούς του να απορρίψουν όλες τις βουδιστικές γραφές εκτός από το Λανκαβατάρα Σούτρα, που διδάσκει ότι η αληθινή κατάσταση του Νιρβάνα είναι πλήρης κενότητα και ότι η απελευθέρωση επέρχεται ακριβώς με την ενόραση αυτής της ύψιστης αλήθειας.

Στην Βόρεια Κίνα ο Μποντιντάρμα είχε σαν έδρα του το μοναστήρι Σάο-λιν, όπου και διαλογίστηκε επί εννιά χρόνια καθισμένος απέναντι σε έναν γυμνό τοίχο. Στον κυριότερο μαθητή και συνεχιστή του, τον Χούι-κ’ο είπε: «Όταν ο νους σου γίνει αμετακίνητος σαν τοίχος, θα μπορέσεις να εισέλθεις στην Ατραπό». Ο Χούι-κ’ο διαβίβασε την μυστική θεωρία στον Σεγκ-τσ’αν, αυτός στον Ντάο-σιν (574-651 μ.Χ.), ο Ντάο-σιν στον Χονγκ-ρεν (605-675 μ.Χ.) κι αυτός με την σειρά του στον Χουέι-νεγκ, που θεωρείται και ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος του Τσ’αν.

Χουέι-νεγκ ο Δάσκαλος των Δασκάλων του Τσ’αν

Ο Χουέι-νεγκ (638-713 μ.Χ.) γεννήθηκε σε μια εποχή όπου το Ζεν είχε φθάσει στο απόγειό του. Πολλοί δάσκαλοι του Ζεν διέσχιζαν όλη την Κίνα και επισκέπτονταν τα βουδιστικά μοναστήρια όπου κήρυτταν την διδασκαλία της Άμεσης Φώτισης και μυούσαν τους προικισμένους μοναχούς στο Ζεν.

Ο Χουέι-νεγκ είχε σαν δάσκαλό του τον Χονγκ-ρεν ο οποίος του διαβίβασε την μυστική θεωρία. Στην συνέχεια κήρυξε τον νόμο του Βούδα επί τριάντα εφτά χρόνια και άφησε 43 «πνευματικούς κληρονόμους του Ντάρμα». Οι πέντε σπουδαιότεροι μαθητές του ίδρυσαν ισάριθμες σχολές και διέδωσαν την διδασκαλία σε όλη την Κίνα.

Μετά από μερικούς αιώνες το Τσ’αν μεταφέρθηκε και διαδόθηκε στην Ιαπωνία από Ιάπωνες μοναχούς που επισκέπτονταν την Κίνα και από κινέζους δασκάλους που πήγαν στην Ιαπωνία για να διδάξουν τον δρόμο της Φώτισης.

Η Ανάπτυξη του Τσ’αν στην Κίνα

Η Σχολή Τσ’αν, που ιδρύθηκε στις αρχές του έκτου αιώνα από τον Μποντιτνάρμα, αναπτύχθηκε σε ένα έδαφος πρόσφορο από πολλές απόψεις για να δεχτεί την μυστική διδασκαλία για την Φώτιση. Πράγματι οι άλλες βουδιστικές σχολές και η μελέτη πολλών βασικών βουδιστικών κειμένων μεταφρασμένων στα κινέζικα είχαν προλειάνει και καλλιεργήσει το έδαφος στην χώρα αυτή και χιλιάδες μοναστήρια και ναοί είχαν κτιστεί σε όλη την Κίνα. Από την άλλη μεριά, η αυλή και οι τοπικοί άρχοντες έβλεπαν με συμπάθεια – εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων – την νέα θρησκεία. Εξάλλου ο κομφουκισμός και πιο πολύ ο ταοϊσμός συνυπήρχαν ειρηνικά με τον Βουδισμό. Φαίνεται πως ο ταοϊσμός επηρέασε αρκετά όλες τις βουδιστικές σχολές στην Κίνα και ιδιαίτερα το Τσ’αν.

Μετά τον Χουέι-νεγκ οι κύριοι μαθητές του Χουέι-ραγκ και Σιγκ-σαν ίδρυσαν την Σχολή της Αιφνίδιας Φώτισης και της Βαθμιαίας Φώτισης αντιστοίχως. Οι μαθητές τους ίδρυσαν και αυτοί ξεχωριστές σχολές και έτσι τον ένατο αιώνα εμφανίστηκαν τα πέντε Τσ’αν, δηλαδή οι πέντε σχολές Τσ’αν που η καθεμιά τους φέρει το όνομα του ιδρυτή της. Έτσι έχουμε τις σχολές Γκουέι-γιανγκ Τσ’αν, Λιν-τζι Τσ’αν που ιδρύθηκε από τον Λιν-τζι, Φα-γιέν Τσ’αν που ιδρύθηκε από τον Φα-γιέν, Γιούν-μεν Τσ’αν που ιδρύθηκε από τον Γιούν-μεν και Τσ’άο-ντουγκ Τσ’αν, που ιδρύθηκε από τους Τσ’άο-σαν και Ντουγκ-σαν.

 

Σχολές Αιφνίδιας Φώτισης

Αν και σε όλες τις σχολές Τσ’αν η φώτιση επέρχεται κατά έναν άμεσο τρόπο, γίνεται διάκριση ανάμεσα σε σχολές αιφνίδιας φώτισης και βαθμιαίας φώτισης. Οι Σχολές Αιφνίδιας Φώτισης είναι οι Γκουέι-γιάνγκ Τσ’αν και Λιν-τζι Τσ’αν.

Γκουέι-γιάνγκ Τσ’αν (Ιαπ. Ίγκυο Ζεν)

Η σχολή αυτή ιδρύθηκε από τον Γκουέι-σαν (770-853) και τον μαθητή του Γιάνγκ-σαν. Η Σχολή αυτή αντιτάσσεται στην απόσυρση από τον κόσμο και δίνει έμφαση στην εμπότιση από το αληθινό πνεύμα, έτσι ώστε η ίδια η σωματική ζωή να φωτιστεί και να μετασχηματιστεί πλήρως. Κάνει διάκριση ανάμεσα στην σωματική δραστηριότητα και στο αληθινό σώμα. Η σωματική δραστηριότητα έχει το νόημα της λειτουργικής φύσης ή «λειτουργίας» και το αληθινό σώμα είναι η ουσιαστική φύση του ανθρώπου. Ο μαθητής αυτής της σχολής αντιλαμβάνεται αρχικά το «σώμα» και μετά επιδιώκει την «λειτουργία» του. Η σχολή έδινε μεγάλη σημασία στο διαλογισμό και δεν χρησιμοποιούσε την μέθοδο των Γκουγκ-αν (Ιαπ. Κοάν).

Λι-τζι Τσ’αν (Ιαπ. Ρινζάι Ζεν)

Ιδρύθηκε από τον Λιν-Τζι (785-867 μ.Χ.) που ήταν μαθητής του Χουάνγκ-μπο. Η μέθοδος της σχολής αυτής βασίζεται στις Τέσσερις Διακρίσεις του Λιν-τζι και στην Ανάλυση του Οικοδεσπότη και του Φιλοξενούμενου.

Ποιες είναι οι Τέσσερις Διακρίσεις του Λιν-τζι; Ο δάσκαλος είπε: «Μερικές φορές παραμερίζουμε το υποκείμενο, αλλά όχι και το αντικείμενο και άλλες φορές συμβαίνει το αντίθετο. Άλλοτε πάλι παραμερίζουμε υποκείμενο και αντικείμενο, ή αντίθετα τα δεχόμαστε και τα δυο».

Ο Κ’ε-φου ρώτησε, «Τι εννοείς με τον παραμερισμό του υποκειμένου, αλλά όχι του αντικειμένου;»

Ο δάσκαλος Λιν-τζι αποκρίθηκε: «Στην ηλιόλουστη μέρα τα χωράφια είναι σκεπασμένα με λουλούδια, τα άσπρα μαλλιά του μωρού κρέμονται σαν μετάξι».

Ο Κ’ε-φου ρώτησε: «Τι εννοείς με τον παραμερισμό του  αντικειμένου, αλλά όχι του υποκειμένου;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Τώρα που η αυτοκρατορική εντολή κοινοποιείται σε όλη την χώρα, ο διοικητής αναπαύεται, μακριά από τον καπνό της μάχης».

Ο Κ’ε-φου ρώτησε: «Τι εννοείς με τον παραμερισμό του υποκειμένου και του αντικειμένου;»

Ο δάσκαλος είπε: «Η μόνωση είναι πλήρης, όταν κάθε επικοινωνία έχει κοπεί».

Τέλος ο Κ’ε-φου ρώτησε: «Τι εννοείς με τον μη παραμερισμό του υποκειμένου και του αντικειμένου;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Όταν ο αυτοκράτορας ανέρχεται στον θρόνο του, οι γέροι χωρικοί τραγουδούν παλιά τραγούδια».

Ποια είναι η Ανάλυση του Οικοδεσπότη και του Φιλοξενούμενου; Ο δάσκαλος Λιν-τζι είπε: «Ένας αληθινός μαθητής κατά την άφιξή του βγάζει μια κραυγή και σερβίρει έναν δίσκο με κόλλα. Ο ατελής δάσκαλος δεν ξέρει πως αυτό είναι ένα αντικείμενο και το πατάει, κοιτώντας αφ’ υψηλού, λόγω της πολυμάθειάς του. Ο μαθητής θα βγάλει άλλη μια κραυγή, αλλά ο ατελής δάσκαλος θα αρνηθεί να υποχωρήσει. Αυτή η αθεράπευτη ασθένεια ονομάζεται, “Ο φιλοξενούμενος κοιτάζει τον Οικοδεσπότη”. Μπορεί ένας ικανός δάσκαλος να μη χρησιμοποιεί κανένα αντικείμενο, αλλά απλώς να ακολουθεί τις ερωτήσεις του μαθητή για να τον αποσπάσει, πράγμα που ο μαθητής θα αρνηθεί με όλη του την δύναμη. Αυτό ονομάζεται “Ο Οικοδεσπότης κοιτάζει τον Φιλοξενούμενο”. Μπορεί ο μαθητής βγαίνοντας από τον διαλογισμό να πάει στον δάσκαλο. Ο δάσκαλος καταλαβαίνει πως μια τέτοια κατάσταση είναι απλώς αντικείμενο και αρπάζει τον μαθητή, ρίχνοντάς τον σε μια άβυσσο. Ο μαθητής θα εξυμνήσει τότε τον δάσκαλο, αλλά εκείνος θα αποκριθεί, “Μμ! δεν ξέρεις τι είναι καλό και τι όχι” και ο μαθητής θα τον ευχαριστήσει. Αυτό ονομάζεται ο “Οικοδεσπότης κοιτάζει τον Οικοδεσπότη”. Μπορεί ο μαθητής να φοράει λαιμοδέτη και χειροπέδες και ο δάσκαλος να του φορέσει και άλλα. Ο μαθητής είναι χαρούμενος και οι δυο δεν βλέπουν τίποτε λάθος σ’ αυτό. Αυτό ονομάζεται “Ο Φιλοξενούμενος κοιτάζει τον Φιλοξενούμενο”».

 

Σχολές Βαθμιαίας Φώτισης

Η φιλοσοφία των σχολών αυτών θεωρεί ότι αν και η Φώτιση προβάλλει ξαφνικά, εν τούτοις έχει προηγηθεί πολύχρονη άσκηση, αυτομαθητεία και μελέτη. Έτσι αυτό που έχει να κάνει ο μαθητής είναι να προετοιμαστεί για το γεγονός αυτό που έρχεται πάντα αναπάντεχα.

Φα-γιέν Τσ’αν (Ιαπ. Χογκέν Ζεν)

Όλες οι σχολές Τσ’αν χρησιμοποιούν στις αναλύσεις τους το φιλοσοφικό σύστημα Γιογκατσάρα, αλλά η σχολή Φα-γιέν Τσ’αν φαίνεται πως έχει επηρεαστεί αρκετά και από την κινέζικη σχολή Χούα-γιέν. Σύμφωνα με το Φα-γιέν, τα πάντα είναι νους και όλα τα πράγματα προβάλλουν από την συνείδηση. Ο μαθητής, με την σκέψη αναστέλλει την σκέψη. Αν δεν καταλαβαίνει κάτι, ο δάσκαλος το επαναλαμβάνει ξανά και ξανά για να επιτευχθεί η εστίαση του νου. Επίσης ο μαθητής οφείλει να διαλογιστεί στις τρεις δυαδικότητες, δηλαδή μονάδα–πλήθος, ομοιότητα–διαφορά, εμφάνιση–εξαφάνιση.

Γιούν-μεν Τσ’αν (Ιαπ. Ουμμόν Ζεν)

Ο Γιούν-μεν (864 – 949 μ.Χ.) που ίδρυσε αυτήν την σχολή συνδύασε δυο παλαιότερες διδασκαλίες, δηλαδή του Μου-τζόου, που ήταν μαθητής του Λιν-τζι, και του Σιέ-φενγκ (822-909). Ποια είναι η αντίληψή του για το Τσ’αν; Ας παραθέσουμε έναν διάλογο ανάμεσα στον Γιούν-μεν, τον ιδρυτή αυτής της σχολής, και στον δάσκαλο Τσ’άο-σαν.

Τσ’άο-σαν: Σε όλα τα μέρη οι δάσκαλοι χρησιμοποιούν αινίγματα και σύμβολα. Γιατί δεν δίνουν μια σαφή ένδειξη που να σαρώνει τις αμφιβολίες;

Γιούν-μεν: Γιατί το εσωτερικό δεν αναγνωρίζεται ότι υπάρχει;

Τσ’άο-σαν: Δεν αναγνωρίζεται ότι υπάρχει, γιατί είναι εσωτερικό.

Γιούν-μεν: Πώς το προσεγγίζει κανείς;

Τσ’άο-σαν: Με την μη προσέγγιση στο εξωτερικό.

Γιούν-μεν: Τι είναι όταν κάποιος δεν προσεγγίζει το εσωτερικό;

Τσ’άο-σαν: Το έχεις ήδη προσεγγίσει.

Στην σχολή αυτήν χρησιμοποιούνται μονολεκτικές ερωτήσεις και απαντήσεις για την καλλιέργεια της συνεχούς εγρήγορσης και ετοιμότητας.

Τσάο-ντουγκ Τσ’αν (Ιαπ. Σότο Ζεν)

Σύμφωνα με αυτήν την σχολή ο μαθητής οφείλει να κατανοήσει την ορθή λειτουργία του νου:

Αν ξέρει πως υπάρχει, αλλά δεν μπορεί να τον συλλάβει, αυτό είναι ευγενής πτώση. Αν συλλαμβάνει τον πρόσφατα μυημένο νου σαν γνώστη του Εαυτού, αυτό είναι πτώση στα είδη. Αν ο πρόσφατα μυημένος νους ξέρει πως υπάρχει και στρέφοντας το φως εσωτερικά απορρίπτει τις αισθήσεις και την ιδεοπλασία, τότε δοκιμάζει την αληθινή απόσπαση (βαϊράγκια).

Στην σχολή αυτή χρησιμοποιείται το παράδειγμα του πρίγκιπα και του υπουργού: (1) Ο πρίγκιπας αλλάζει ρούχα και ανακατεύεται με τους ανθρώπους του λαού, (2) ο υπουργός παρασυρόμενος από την δύναμη της εξουσίας, νιώθει έπαρση, (3) ο υπουργός μετανιώνει, παραιτείται από τα αξιώματα και στρέφεται προς τον πρίγκιπα, (4) ο πρίγκιπας συναντάει τον υπουργό, (5) εναρμόνιση πρίγκιπα και υπουργού. Στις παραπάνω προτάσεις για τον πρίγκιπα και τον υπουργό, ο πρίγκιπας αντιπροσωπεύει το Πραγματικό και ο υπουργός το Φαινομενικό.

 

Τα Γκονγκ-αν (Ιαπ. Κοάν) σαν μέθοδος διδασκαλίας

Στόχος του μαθητή του Τσ’αν είναι η αφύπνιση και η φώτιση. Κατά την αφύπνιση αναγνωρίζει την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να κινηθεί και έχει μια γεύση της Πραγματικότητας, ενώ με την φώτιση έχει την εμπειρία ότι μεταμορφώνεται και γίνεται ο ίδιος εκείνη η Πραγματικότητα. Μετά την αφύπνιση και την φώτιση απαιτείται ένα χρονικό διάστημα για να μπορέσει ο μαθητής να σταθεροποιήσει την νέα εσωτερική του κατάσταση. Λέγεται πως στην αρχή οι δάσκαλοι δεν χρησιμοποιούσαν ειδικά μέσα για να φωτίσουν τους μαθητές τους, αλλά μετά επειδή δεν υπήρχαν προικισμένοι μαθητές, οι δάσκαλοι επινόησαν διάφορα μέσα και τεχνικές. Γνωστότερα είναι τα Γκουγκ-αν (Ιαπ. Κοάν) και τα Χούα-τ’ου.

Χούα-τ’ου είναι το χρονικό διάλειμμα ανάμεσα σε δυο σκέψεις. Το χρονικό διάστημα πριν από την εμφάνιση μιας σκέψης ονομάζεται Χούα-τ’ου. Ο μαθητής καλείται να εστιάσει την προσοχή του σε αυτό το ενδιάμεσο διάστημα. Κατ’ επέκταση Χούα-τ’ου ονομάζονται συντομευμένες φράσεις που βοηθάνε στην εστίαση της προσοχής. Να μερικά Χούα-τ’ου: «Ποιος σέρνει αυτό εδώ το πτώμα;» «Ποια ήταν η ουσιαστική μου όψη πριν γεννηθώ;» «Ποιος περπατάει στον δρόμο;» «Ποιος κοιμάται;» Σε όλες αυτές τις φράσεις η απάντηση στο «Ποιος» είναι πάντα η ίδια, δηλαδή ο Νους. Οι λέξεις βγαίνουν από τον Νου, άρα ο Νους είναι η μήτρα των λέξεων. Σήμερα το πιο συνηθισμένο Χούα-τ’ου είναι «Ποιος επαναλαμβάνει το όνομα του Βούδα;»

Ενώ το Χούα-τ’ου είναι μια σύντομη φράση, το Γκουγκ-αν (Κοάν) είναι μια ιστορία, ένα περιστατικό, ένας στίχος, ή ένας διάλογος. Μερικές φορές το Χούα-τ’ου δεν είναι τίποτε άλλο από μια κρίσιμη φράση ενός Γκουγκ-αν. Τα Χούα-τ’ου και Γκουγκ-αν άρχισαν να χρησιμοποιούνται μετά το 1200 μ.Χ. Εδώ παρουσιάζουμε μερικά Γκουγκ-αν.

1. Μοναχός: «Ποιος είναι ο σκοπός της έλευσης του Μποντιντάρμα από την Δύση;»

Δάσκαλος Λιγκ-γιού: «Ένα μεγάλο, καλό φανάρι!»

2. Ένα βράδυ ο Ντε-σαν καθόταν στο κελί του δασκάλου Λονγκ-τ’αν. Σε μια στιγμή ο δάσκαλος του είπε: «Είναι αργά, γιατί δεν γυρίζεις στο κελί σου;»

Ο Ντε-σαν καληνύχτισε τον δάσκαλό του και έφυγε. Σε λίγο όμως γύρισε λέγοντας: «Είναι πολύ σκοτεινά έξω».

Ο Λονγκ-τ’αν άναψε ένα φανάρι και του το έδωσε. Την στιγμή  που ο Ντε-σαν άπλωσε το χέρι για να το πάρει, ο δάσκαλος φύσηξε και το έσβησε. Τότε ξαφνικά ο Ντε-σαν φωτίστηκε.

3. Ένας Κορεάτης μοναχός, που ταξίδευε στην Κίνα επισκέφτηκε τον δάσκαλο Γιούν-μεν. Ο δάσκαλος τον ρώτησε «Από πού έρχεσαι;»

Ο μοναχός αποκρίθηκε: «Από την Κορέα.»

Ο Γιούν-μεν ρώτησε: «Με τι πέρασες την θάλασσα;» Ο μοναχός απάντησε: «Ο ληστής υπέστη βαριά ήττα».

Ο δάσκαλος ρώτησε πάλι: «Γιατί ήλθες εδώ στον τόπο μου;»

Ο μοναχός είπε: «Απλώς συμβαίνει να είμαι εδώ.»

Ο Γιούν-μεν είπε: «Ας πηδήξει πέρα από δω». Ο μοναχός δεν μπόρεσε να αρθρώσει τίποτε.

4. Μια μέρα ο Τζάο-τζόου είπε στους μαθητές του: «Όταν έρχονται ανώτεροι άνθρωποι για να με δουν, δεν σηκώνομαι από την θέση μου. Όταν έρχονται μέτριοι άνθρωποι, σηκώνομαι, όταν όμως έρχονται κατώτεροι, βγαίνω έξω από την πόρτα και τους υποδέχομαι».

            5. «Όλα τα πράγματα επιστέφουν στο Ένα, το Ένα πού επιστρέφει;»

            6. Μοναχός: «Τι είναι Τάο;»

            Σιάγκ-γιέν: «Ένας δράκοντας βρυχάται μέσα σε ένα ξερό κούτσουρο!»

            Μοναχός: «Τι είναι ο άνθρωπος που ακολουθεί το Τάο;»

            Σιάγκ-γιέν: «Οι κόρες των ματιών του κρανίου».

            Ο μοναχός δεν κατάλαβε και αργότερα ρώτησε τον δάσκαλο Σιρ-σιάνγκ: «Τι είναι ο δράκοντας που βρυχάται μέσα σε ένα ξερό κούτσουρο;»

            Σιρ-σιάνγκ: «Είναι ευδαιμονία!»

            Μοναχός: «Τι είναι οι κόρες των ματιών του κρανίου;»

            Σιρ-σιάγκ: «Είναι η διάκριση που οδηγεί στην ορθή γνώση».

Τα Γκουγκ-αν μπορεί να είναι μια απλή φράση ή μια ολόκληρη ιστορία, αλλά ο στόχος τους είναι κοινός. Στο Γκουγκ-αν υπάρχει κάτι κρυμμένο που καλείται ο μαθητής να αποκαλύψει. Πολλές φορές υπάρχει κάτι που φαίνεται παράλογο. Όταν ένας μοναχός ρώτησε τον Γιούν-μεν ποια ασυνήθιστη φράση χρησιμοποιεί για να φωτίσει τους μαθητές του, εκείνος απάντησε: «Τράβηγμα του αρότρου το πρωί και γυρισμός με μια τσουγκράνα το βράδυ». Όταν ένας άλλος μοναχός ρώτησε τον ίδιο δάσκαλο για τον σκοπό της έλευσης του Μποντιντάρμα από την Δύση, ο Γιούν-μεν απάντησε: «Το βουνό, το ποτάμι και η μεγάλη γη».

 

Παράξενες Ιστορίες

Πολλές παράξενες ιστορίες είναι καταγραμμένες σε διάφορα κείμενα και σε βιογραφίες δασκάλων του Ζεν. Αν και μπορούν να θεωρηθούν σαν Γκουγκ-αν, είναι τόσο διφορούμενες, που φαίνεται πως δεν παρέχουν κανένα κλειδί για λογική κατανόηση. Να μερικές απ’ αυτές:

1. Μια μέρα η μοναχή Σιρ-τζι πήγε στον ναό του δασκάλου Τζιν-τζούα με ένα πανέρι στο κεφάλι της και ένα ραβδί στο χέρι. Αφού έκανε τρεις περιφορές γύρω από τον δάσκαλο, του είπε τρεις φορές: «Αν μπορέσεις να πεις κάτι, θα σου αφήσω το πανέρι!» Επειδή ο δάσκαλος δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη, εκείνη ξεκίνησε να φύγει.

Τότε ο δάσκαλος της είπε: «Είναι αργά, γιατί δεν διανυκτερεύεις εδώ;»

Η Σιρ-τζι αποκρίθηκε: «Αν μπορείς να πεις κάτι, θα μείνω!» Όμως πάλι ο δάσκαλος δεν μπόρεσε να πει τίποτε, οπότε η Σιρ-τζι έφυγε.

2. Ένας μοναχός ρώτησε τον δάσκαλο Τσ’άο-σαν: «Πώς είναι δυνατόν η χλόη που δεν αναπτύσσεται να κρύβει τον ευωδιαστό ελέφαντα;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Ο σεβαστός φίλος είναι γνώστης, γιατί κάνει αυτήν την ερώτηση στον Τσ’άο-σαν;»

3. Ο Τζι-ι πήγε στον δάσκαλο Τσ’άο-σαν. Ο δάσκαλος τον ρώτησε: «Είσαι άνθρωπος του Τάο;»

Ο Τζι-ι αποκρίθηκε: «Δεν θα τολμούσα να πω κάτι τέτοιο».

Ο δάσκαλος ρώτησε: «Ποιο είναι το έργο του Τζι-ι;»

Ο Τζι-ι αποκρίθηκε: «Μόλις φορέσει την γούνα, όλα τα πράγματα είναι στην κατάσταση του τάτατα (της υπερβατικής ταύτισης)».

Ο δάσκαλος ρώτησε πάλι: «Ποια είναι η λειτουργία του Τζι-ι;»

Ο άνθρωπος του Τάο απάντησε: «Ναι!» και ξαφνικά πέθανε!

Ο δάσκαλος Τσ’άο-σαν σχολίασε: «Ξέρεις μόνο πώς να φύγεις, αλλά όχι πώς να έρχεσαι!»

Όμως εκείνη την στιγμή ο Τζι-ι ξαναζωντάνεψε και ρώτησε: «Πώς είναι όταν μια αληθινή πνευματική φύση δεν επωφελείται της εγκύου μήτρας;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Αυτό δεν είναι αρκετά θαυμάσιο!»

Ο Τζι-ι ρώτησε: «Τι είναι αληθινά θαυμάσιο;»

Ο δάσκαλος είπε: «Αυτό που δεν επωφελείται».

Τότε ο Τζι-ι είπε, «Χαίρε!» και πέθανε.

            4. Μια μέρα καθώς ο δάσκαλος Γιάγκ-σαν καθόταν στην αίθουσα διαλογισμού, ήρθε ένας άγνωστος μοναχός και τον ρώτησε: «Γνωρίζεις γραπτούς χαρακτήρες;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Μερικούς».

Ο μοναχός βάδισε γύρω από τον δάσκαλο από τα δεξιά προς τα αριστερά σχηματίζοντας έτσι έναν κύκλο και ρώτησε: «Ποια είναι αυτή η λέξη;»

Σαν απάντηση, ο δάσκαλος σχεδίασε στο δάπεδο έναν σταυρό.

Ο μοναχός έκανε έναν αντίστροφο κύκλο από τα αριστερά προς τα δεξιά, ρωτώντας: «Ποια είναι αυτή η λέξη;»

Ο δάσκαλος, σαν απάντηση, μετέτρεψε τον σταυρό σε σβάστικα.

Ο μοναχός σχεδίασε φανταστικά στον αέρα με το χέρι του έναν κύκλο και με τις δύο παλάμες του έκανε πως τον σπρώχνει και ρώτησε: «Ποια είναι αυτή η λέξη;»

Σαν απάντηση, δάσκαλος σχεδίασε έναν κύκλο γύρω από την σβάστικα.

Ο μοναχός έπειτα έκανε την μούντρα του Βατζραπάνι.

Τότε ο δάσκαλος Γιάγκ-σαν αναφώνησε: «Ορθά, ορθά, όλοι οι Βούδες το επιδοκιμάζουν!»

Όταν άγνωστος μοναχός έφυγε, οι μαθητές ρώτησαν τον δάσκαλο σχετικά με τον μοναχό και ο Γιάγκ-σαν απάντησε: «Ήταν το πνεύμα ενός άρχατ από την Δύση και ήλθε να δοκιμάσει τον ντάρμα μου».

 

Φιλοσοφικές Βάσεις και Συμβολικές Διδασκαλίες

Αν και το Τσ’αν δεν είναι φιλοσοφία, ούτε βουδιστική διδασκαλία, εντούτοις χρησιμοποιεί τις σπουδαιότερες φιλοσοφικές αρχές όλων των άλλων βουδιστικών σχολών και κυρίως του Γιογκατσάρα. Πράγματι θα μπορούσαμε να πούμε ότι το Τσ’αν βασίζεται στο φιλοσοφικό σύστημα Γιογκατσάρα. Δύο είναι οι κύριες σχολές του φιλοσοφικού αυτού συστήματος: (α) ότι υπάρχει μόνο ο αυτούσιος Νους (τσιταμάτρα) και ότι (β) ότι τόσο οι άνθρωποι όσο και τα άλλα όντα δεν έχουν ξεχωριστή ύπαρξη (σβαμπάβα).

(α) Υπάρχει μόνο ο αυτούσιος Νους. Καθετί αντιληπτό είναι μόνο Νους. Ο Νους που γεννά το υποκείμενο δεν είναι νους του ίδιου του ατόμου, αλλά είναι μάλλον μια υπερατομική αρχή. Μερικοί δάσκαλοι λένε πως η λέξη Τσ’αν σημαίνει απλώς «Νους». Έτσι ο μαθητής καλείται να στρέψει την προσοχή του στον νου που γεννάει τις σκέψεις. Η προσπάθεια αυτή παρομοιάζεται με την στάση της γάτας που κοιτάζει την τρύπα ενός ποντικού και παραφυλάει μήπως βγει.

(β) Οι άνθρωποι και τα άλλα όντα δεν έχουν ξεχωριστή ύπαρξη (σβαμπάβα). Ο σβαμπαβικός τρόπος θεώρησης του κόσμου είναι να βλέπουμε τα πάντα γύρω μας σαν να έχουν ξεχωριστή ύπαρξη και ατομικότητα. Σύμφωνα με το Γιογκατσάρα αυτό είναι λάθος. Το φιλοσοφικό αυτό σύστημα πιστεύει στον νισβαμπάβα, δηλαδή στην απουσία ξεχωριστής ύπαρξης. Ο ίδιος ο σβαμπάβα διακρίνεται σε παρικαλπίτα σβαμπάβα όπου κανείς βλέπει τα πράγματα μέσω της φαντασίας, σε παρατάντρα σβαμπάβα όπου ο άνθρωπος βλέπει τα πράγματα βασιζόμενος σε κάτι «άλλο», στο «αλλότριο», και σε παρανισπάνα σβαμπάβα όπου ο άνθρωπος βλέπει τα πράγματα όπως αληθινά είναι. Αν και δεν υπάρχουν σβαμπάβα στους ανθρώπους και γενικά στα όντα, το σύμπαν, η συνολική πραγματικότητα, πιστεύεται πως είναι ένας μοναδικός σβαμπάβα. Έτσι ο Βούδας είπε, Σβαμπάβαμ έκαμ ντεσένι τάρκα βιγκνιάπτι βαρτζίταμ, δηλαδή «Μιλάω για έναν Σβαμπάβα, πέραν της λογικής και της παρουσίασης».

Οι δάσκαλοι του Τσ’αν μιλούσαν την γλώσσα του λαού και χρησιμοποιούσαν πλήθος αλληγοριών και συμβολικών διδασκαλιών, τις οποίες αντλούσαν από λαϊκές παραδόσεις, από τους ταοϊστές και από τα βουδιστικά σούτρα. Να μερικές από αυτές :

1. Τα τέσσερα Στοιχεία.  Ένας μοναχός ρώτησε τον δάσκαλο Λιν-τζι: «Τι είναι τα τέσσερα μη υπαρκτά στοιχεία;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Αν έχεις μια σκέψη έλξης στον νου σου, θα βυθιστείς στο νερό. Αν έχεις μια σκέψη οργής στον νου σου, θα καείς από φωτιά. Αν έχεις μια σκέψη αμφιβολίας στον νου σου, θα παρεμποδιστείς από την γη. Αν έχεις μια σκέψη ευχαρίστησης στον νου σου, θα παρασυρθείς από τον άνεμο».

2. Ξένη Σκόνη. Ο Αγκνιάτα Καουντίνια είπε στον Βούδα: «Είμαι από τους πρεσβύτερους στην αδελφότητα (σάμγκα) και είμαι ο μόνος που κατέχει την τέχνη της ερμηνείας, επειδή συνειδητοποίησα το νόημα της έκφρασης “ξένη σκόνη” και έτσι κέρδισα τον άγιο καρπό. Ω Μπάγκαβατ, η ξένη σκόνη είναι σαν τον φιλοξενούμενο που σταματάει σε ένα πανδοχείο και περνάει την νύχτα του ή τρώει κάτι και έπειτα μαζεύει τα πράγματά του και συνεχίζει το ταξίδι του, γιατί δεν μπορεί να μείνει άλλο. Τώρα όσο για τον πανδοχέα, δεν έχει να πάει πουθενά. Το συμπέρασμα μου είναι πως αυτό που δεν μένει είναι ο φιλοξενούμενος κι εκείνο που μένει είναι ο πανδοχέας. Κατά συνέπεια ένα πράγμα είναι “ξένο”, όταν δεν μένει. Πάλι όταν ο ήλιος ανατέλλει σε έναν καθαρό ουρανό και το φως του μπαίνει στο σπίτι μέσα από ένα άνοιγμα, η σκόνη φαίνεται να χορεύει κατά μήκος της δέσμης του φωτός, ενώ ο άδειος χώρος δεν κινείται.  Έτσι βγάζω το συμπέρασμα πως εκείνο που δεν κινείται είναι το κενό (σουνιάτα) και αυτό που κινείται είναι η σκόνη. Έτσι λέμε “ξένη σκόνη”, αναφερόμενοι σε κείνο που κινείται».

3. Η Κινέζικη Αντιλόπη. Πρόκειται για ένα είδος αντιλόπης με μεγάλα κέρατα που ζει στην Βόρεια Κίνα. Λέγεται πως την νύχτα κρεμιέται με τα κέρατά της από τα κλαδιά των δέντρων, για να αποφεύγει τα σαρκοβόρα θηρία. Γι’ αυτό επειδή δεν μπορεί να την βρει κανείς την νύχτα συμβολίζει ην κινέζικη ποίηση που δεν γίνεται εύκολα κατανοητή, καθώς και το νόημα του Τσ’αν που είναι κρυμμένο. Ένας δάσκαλος του Τσ’αν είναι σαν την κινέζικη αντιλόπη, γιατί δεν μπορεί να τον καταλάβει κανείς.

4. Τα πέντε Στάδια του Τσ’ αν. Αυτά είναι: Μετάπτωση, Υποταγή, Επίτευξη, Συλλογική Επίτευξη και Απόλυτη Επίτευξη.

(α) Μετάπτωση ή το Πραγματικό που περιέχει το Φαινομενικό.

Το σούρουπο, πριν φωτίσει το φεγγάρι,

δεν είναι παράξενο που συναντώνται χωρίς να γνωρίζονται,

            γιατί ακόμη κρυμμένη είναι η αμοιβαία τους άπωση.

(β) Υποταγή ή το Φαινομενικό που περιέχει το Πραγματικό.

Την αυγή μια χωρική βρίσκει τον παλιό καθρέφτη της,

            όπου βλέπει καθαρά το πρόσωπό της, που δεν μπορεί να είναι αλλού.

            Δεν θα απορρίψει πια το κεφάλι της, προσκολλώμενη στην σκιά του.

            (γ) Επίτευξη ή Ανάδυση του Πραγματικού.

Αν και δύσκολο, υπάρχει τρόπος απαλλαγής από την σκόνη.

Η σημερινή δυνατότητα αποφυγής αυτού που είναι απαγορευμένο,

ξεπερνάει την πιο γλαφυρή χτεσινή ομιλία.

(δ) Συλλογική Επίτευξη ή το Φαινομενικό ενωμένο με το Πραγματικό.

Δεν χρειάζεται να αποφεύγεις διασταυρούμενα σπαθιά.

Ένα καλό χέρι, σαν λωτός ανθισμένος στην φωτιά

μπορεί να πηδήσει στα ουράνια!

(ε) Απόλυτη Επίτευξη ή Ολοκλήρωση του Πραγματικού και του Φαινομενικού.

Ποιος μπορεί να συντονιστεί με κείνο που είναι πέρα από το είναι και μη-είναι;

Αν και όλοι οι άνθρωποι θέλουν να αφήσουν το αιώνιο ρεύμα,

ο καθένας κάθεται ήσυχος στο σκοτάδι, μαύρος σαν κάρβουνο.

5. Διαμαντένιο Ξίφος. Ένας μοναχός ρώτησε τον δάσκαλο Τσ’άο-ντουγκ: «Τι είναι το ξίφος δίχως κόψη;»

Ο Τσ’άο-ντουγκ είπε: «Δεν μπορεί να στομώσει ούτε να φθαρεί».

Ο μοναχός ρώτησε: «Πώς χρησιμοποιείται;»

Ο δάσκαλος απάντησε: «Κόβει ό,τι αγγίζει».

Ο μοναχός ρώτησε «Κι εκείνο που δεν αγγίζει τίποτε;»

Ο δάσκαλος απάντησε: «Κόβει όλα τα κεφάλια».

Ο μοναχός απόρησε και είπε: «Είναι φυσικό να κόβει ό,τι αγγίζει, αλλά πώς κόβει όλα τα κεφάλια;»

Ο Τσ’άο-ντουγκ αποκρίθηκε: «Δεν έχεις ακούσει ότι βάζει τέλος στο καθετί;»

Ο μοναχός ρώτησε: «Και όταν βάλει τέλος στο καθετί;»

Ο δάσκαλος Τσ’άο-ντουγκ είπε: «Τότε μπορεί να γίνει γνωστό ότι αυτό το ξίφος υπάρχει».

6. Το Δίχτυ του Ίντρα. Λέγεται πως από τον θόλο του ανακτόρου του θεού Ίντρα κρέμονται με νήματα αναρίθμητα κοσμήματα με την μορφή μικρών κρυστάλλων. Διασταυρώνονται κατά ποικίλους τρόπους, σχηματίζοντας ένα μεγάλο και περίπλοκο δίχτυ. Λόγω της αντανάκλασης του φωτός ο κάθε κρύσταλλος καθρεφτίζει όλον τον κόσμο, τις ηπείρους, τους ωκεανούς και τα ανθρώπινα όντα. Όμως εκτός απ’ αυτό, κάθε κρύσταλλος καθρεφτίζει συνεχώς και όλους τους άλλους κρυστάλλους, μαζί με τα είδωλα που αντανακλώνται σ’ αυτούς. Αυτή η αλληγορία δείχνει ότι οι κόσμοι και τα όντα αλληλοδιαπερνώνται και αλληλοπεριέχονται.

 

Παρακμή του Βουδισμού και του Τσ’αν στην Κίνα

Από τον δέκατο αιώνα άρχισαν να παρατηρούνται σημάδια παρακμής του Βουδισμού στην Κίνα. Αιτία γι’ αυτό ήταν η εμφάνιση και ανάπτυξη του Νεοκομφουκισμού καθώς και η παρακμή του Βουδισμού στην Ινδία. Από τις βουδιστικές σχολές μόνο η Τζιγκ-του άκμαζε και από τα πέντε Τσ’αν μόνο το Λιν-τζι Τσ’αν συνέχιζε την ανάπτυξή του. Αυτό οφείλεται στο ότι η σχολή Τζιγκ-τ’ου, που βασιζόταν στην λατρεία του Αμιτάμπα, είχε διαδοθεί στα λαϊκά στρώματα. Το Λιν-τζι, από την άλλη μεριά, επέδειξε αρκετή επινοητικότητα και ευλυγισία και κατάφερε να οικειοποιηθεί όχι μόνο τις φιλοσοφικές αρχές των άλλων βουδιστικών σχολών, αλλά και να υιοθετήσει τις τεχνικές των άλλων κλάδων του Τσ’αν. Έτσι τον δωδέκατο αιώνα όλές οι άλλες σχολές Τσ’αν, εκτός του Τσ’άο-ντουγκ είχαν απορροφηθεί στην σχολή Λιν-τζι.

Κατά την διάρκεια της δυναστείας των Μιγκ (1368-1644) όλες οι βουδιστικές σχολές (και η Τσ’άο-ντουγκ), εκτός της Τζιγκ-τ’ου απορροφήθηκαν στην σχολή Λιν-τζι. Τότε οι δάσκαλοι Τζου-χονγκ (16ος αιώνας), Χαν-σαν (1546-1623) και άλλοι κατάφεραν να ενώσουν αυτά τα δύο κινήματα δημιουργώντας έτσι αυτό που είναι γνωστό σαν Μιγκ-Τσ’αν, που είναι και η σημερινή μορφή του Βουδισμού στην Κίνα.

 

Βουδισμός και Ζεν στην Ιαπωνία

Οι πρώτες πληροφορίες για τον Βουδισμό και οι πρώτες γραφές του έφτασαν στην Ιαπωνία μέσω της Κορέας. Εκεί η νέα θρησκεία βρήκε έναν ισχυρό προστάτη, τον πρίγκιπα Σοτόκου (573-621 μ.Χ.), ο οποίος ήταν ένθερμος βουδιστής και έγραψε σχόλια στις βουδιστικές γραφές. Στην αρχή ο βουδισμός εμφανίστηκε στην Ιαπωνία σαν ένα σύμφυρμα μαγικών επικλήσεων και λατρείας του Βούδα, αλλά σύντομα εισήχθηκαν οι φιλοσοφικές αρχές του και δημιουργήθηκαν βουδιστικές σχολές αντίστοιχες με κείνες που υπήρχαν στην Ινδία και στην Κίνα. Έτσι τον όγδοο αιώνα ιδρύθηκαν εκεί έξι βουδιστικές σχολές, τρεις χιναγιανικές και τρεις μαχαγιανικές.

 

Βουδιστικές  Σχολές στην Ιαπωνία

Οι τρεις μαχαγιανικές σχολές που ιδρύθηκαν στην Ιαπωνία τον όγδοο αιώνα είναι:

1. Η Κεγκόν που υποστήριζε ότι κανένα άτομο δεν υπάρχει ξεχωριστά, αλλά πως το καθένα αντανακλά το σύμπαν και αντανακλάται από το σύμπαν.

2. Η Χόσσο που υποστήριζε πως τα πράγματα υπάρχουν στον βαθμό που εμείς σκεφτόμαστε πως υπάρχουν.

3. Η Σανρόν που υποστήριζε τις αρχές των Μαντιαμίκα.

Ο Σάικο (767-822 π.Χ.) ήταν ιδρυτής της βουδιστικής σχολής Τεντάι. Απογοητευμένος από την κοσμικότητα και την έλλειψη αφοσίωσης των βουδιστών ιερέων, ταξίδεψε στην Κίνα όπου εκπαιδεύτηκε κοντά σε δασκάλους της σχολής Τζεν-γιέν και του Τσ’αν, αλλά ιδιαίτερα μελέτησε τις φιλοσοφικές αρχές της σχολής Τ’ιέν-τ’άι. Γυρίζοντας στην Ιαπωνία αποσύρθηκε στις πλαγιές του βουνού Χιέι, κοντά στο Κιότο και ίδρυσε εκεί την σχολή Τεντάι, που για αιώνες αποτέλεσε πνευματικό κέντρο για όλους τους βουδιστές.

Ο Κουκάι (774-835) ήταν αυτός που ίδρυσε την σχολή Σιγκόν. Ταξίδεψε κι αυτός στην Κίνα και γυρίζοντας στην Ιαπωνία εισήγαγε τις μυστικές δοξασίες του Βούδα Βαϊροτσάνα που συγχώνευαν τις αλήθειες όλων των βουδιστικών σχολών. Χρησιμοποιούσε σαν εκπαιδευτικά μέσα και τις καλές τέχνες.

Τον δωδέκατο αιώνα εισήχθηκε η λατρεία του Βούδα Αμιτάμπα, γνωστή στην Κίνα σαν βουδιστική σχολή Τζιγκ-τ’ου και στην Ιαπωνία σαν Τζόντο. Η σχολή αυτή έγινε η πολυπληθέστερη βουδιστική σχολή της Ιαπωνίας. Ο ιδρυτής της σχολής αυτής, ο Χονέν (1133-1212 μ.Χ.), μελέτησε βαθιά τις βουδιστικές διδασκαλίες και πίστευε πως η φώτιση επιτυγχάνεται τόσο με ατομικές προσπάθειες (τζιρίκι), όσο και με την δύναμη του Βούδα (ταρίκι) που ο μαθητής επικαλείται με την φράση Νάμου-Αμίντα-μπούτσου.

Κατά την ίδια περίοδο ο Νιχίρεν (1222-1282) ίδρυσε μια ιαπωνική σχολή Βουδισμού, βασιζόμενος στο Σαντάρμα Πουνταρίκα Σούτρα.

 

Το Ζεν στην Ιαπωνία

Ο πρώτος γνωστός δάσκαλος του Ζεν στην Ιαπωνία ήταν ο Ντόσο (629-700 μ.Χ.) που πήγε το 653 στην Κίνα για να μελετήσει κοντά στον διάσημο βουδιστή σχολιαστή κα μεταφραστή Σιάγκ-τζανγκ. Κατά την επιστροφή του δίδαξε το Ζεν σε έναν ναό στην Νάρα.

Δυο Κινέζοι δάσκαλοι πήγαν στην Ιαπωνία και δίδαξαν το Ζεν. Ο ένας είναι ο Ντάο-σαν (702-760 μ.Χ.) που πήγε στην Νάρα και δίδαξε το Ζεν καθώς και τις διδασκαλίες της κινέζικης σχολής Χούα-γιεν (Ιαπ. Κεγκόν). Ο άλλος είναι ο Ι-κ’όνγκ που επισκέφτηκε την Ιαπωνία κατά τα μέσα του ένατου αιώνα.

Τρεις αιώνες αργότερα ο Μιράν Εσάι (1141-1215) πήγε στην Κίνα και εκπαιδεύτηκε στο Τσ’αν κοντά σε έναν δάσκαλο της σχολής Λιν-τζι (Ιαπ. Ριντζάι Ζεν). Κατά την επιστροφή του στην Ιαπωνία ίδρυσε τον πρώτο ναό του Ζεν και διέδωσε τις αρχές του Ριντζάι Ζεν.

Ένας από τους διαδόχους του Εσάι, ο Ντογκέν (1200-1253 μ.Χ.), ταξίδεψε στην Κίνα όπου εκπαιδεύτηκε στο Τσ’άο-ντουγκ Τσ’αν (Ιαπ. Σότο Ζεν). Κατά την επιστροφή του στην Ιαπωνία αποσύρθηκε σε έναν μικρό ναό. Όμως από μέρα σε μέρα η φήμη του εξαπλωνόταν και συνέρρεαν μοναχοί και μαθητές ζητώντας καθοδήγηση. Έτσι ίδρυσε την σχολή Σότο Ζεν στην Ιαπωνία. Η σχολή αυτή έδινε σημασία στον διαλογισμό (ζαζέν) και δεν έκανε πλατιά χρήση των Κοάν. Κατά τους επόμενους αιώνες το Ζεν γνώρισε μεγάλη άνθιση και πολλοί Ιάπωνες δάσκαλοι εμφανίστηκαν.

Κατά τα μέσα του δέκατου έβδομου αιώνα έφτασε στην Ιαπωνία ο Γιν-γιουάν Λονγκ-τσ’ι (1592-1673 μ.Χ.) που έδωσε νέα δύναμη στο Ζεν και εισήγαγε νέες ιδέες στην ζωγραφική και στην αρχιτεκτονική των ναών και στην θρησκευτική φιλολογία. Η σχολή που ίδρυσε ονομάστηκε Ομπάκου Ζεν, από το βουνό Χουάγκ-μπο (Ιαπ. Ομπάκου) όπου είχε το μοναστήρι του στην Κίνα.

Ένας άλλος Ιάπωνας δάσκαλος που έκανε πολλά για το Ζεν είναι ο Σουγκιγιάμα Ιβατζίρο (1685-1768 μ.Χ.), γνωστός με το όνομα Χακουίν Εκάκου. Ο Χακουίν, γιός Σαμουράι, έγινε από μικρός μοναχός. Μελέτησε τις διδασκαλίες και τις μεθόδους του Ζεν και ιδιαίτερα τα Κοάν. Ένα από τα πιο γνωστά δικά του Κοάν είναι: «Σε ένα χειροκρότημα προσπάθησε να διακρίνεις τον ήχο της μιας παλάμης». Ο Χακουίν είχε την γνώμη ότι μετά το σατόρι (φώτιση) ο μαθητής πρέπει να συνεχίσει την εκπαίδευσή του για μεγάλη χρονική περίοδο. Πίστευε πως ο μαθητής πρέπει συνεχώς να διαλογίζεται και να μελετάει τα Κοάν, έτσι ώστε η αντίληψή του πάντα να βαθαίνει, για να μπορέσει να εκφραστεί μέσα από κάθε σκέψη, λέξη και πράξη.

Η σχολή Λιν-τζι Τσ’αν (Ρινζάι Ζεν) εισήχθηκε στην Ιαπωνία κατά την διάρκεια των κινέζικων δυναστειών Σουνγκ και Γιουάν (10ος-14ος αιώνας). Στην περίοδο αυτή όλες οι σχολές του Τσ’αν στην Κίνα, εκτός της Τσ’άο-ντονγκ (Σότο Ζεν) απορροφήθηκαν στην σχολή Λιν-τζι. Από το 1200 μέχρι το 1400 δημιουργήθηκαν είκοσι κλάδοι του Ρινζάι Ζεν στην Ιαπωνία. Ο σημαντικότερος κλάδος είναι αυτός που ιδρύθηκε από τον Νάμπο Τζόμιο, που είναι και καλύτερα γνωστός με τον τίτλο Ντάι-ο Κοκούσι (1235-1308). Ο Ντάι-ο Κοκούσι πήγε στην Κίνα το 1259 και εκπαδεύτηκε στο Ζεν κοντά στον δάσκαλο Σι-τ’άνγκ. Ο μαθητής του, Ντάιτο Κοκούσι (1282-1336 μ.Χ.), φάνηκε αντάξιος του δασκάλου του. Έδωσε νέα πνοή στο Ρινζάι Ζεν και ίδρυσε το μοναστήρι Νταϊτόκου-τζι. Περίφημος μαθητής του ήταν ο Κουανζάν Κοκούσι (1277-1360) που κι αυτός ίδρυσε το Μιόσιν-τζι. Για τα μεγάλα του επιτεύγματα ο αυτοκράτορας του απένειμε τον τίτλο Μούσο Ντάισι.

Τα Κοάν στο Ιαπωνικό Ζεν

Κατά τον δέκατο τρίτο αιώνα κυκλοφορούσαν ήδη τέσσερις κινεζικές συλλογές με Κοάν των δασκάλων του Ζεν, τις οποίες οι Ιάπωνες προσκυνητές που είχαν επισκεφτεί την Κίνα μετέφεραν στην χώρα τους. Αργότερα εμφανίστηκαν και ανάλογες συλλογές Ιαπώνων δασκάλων.

Οι Ιάπωνες δάσκαλοι του Ζεν ταξινόμησαν και διαίρεσαν τα Κοάν με τέτοιον τρόπο ώστε να προσαρμόζονται στο δικό τους εκπαιδευτικό σύστημα. Έτσι έχουμε πέντε κατηγορίες Κοάν:

Ι. Χοσίν Κοάν. Χοσίν είναι η ιαπωνική λέξη για το σανσκριτικό όρο Νταρμακάγια. Ο δάσκαλος δίνει στην αρχή ένα τέτοιο Κοάν στον μαθητή για να αποκτήσει κάποια άμεση αντίληψη του Νταρμακάγια. Να ένα τέτοιο Κοάν:

Ένας μοναχός ρώτησε τον δάσκαλο Ντα-λουγκ: «Το φυσικό σώμα αποσυντίθεται, τι είναι το ακατάστρεφτο Νταρμακάγια

Ο Ντα-λουγκ αποκρίθηκε: «Όταν τα λουλούδια του βουνού ανθίζουν είναι σαν χρυσό πέπλο, όταν τα ποτάμια του βουνού πλημμυρίζουν είναι βαθυγάλαζα».

ΙΙ. Κικάν Κοάν. Εδώ το Κικάν σημαίνει πλέγματα διαφοροποίησης. Αφού ο μαθητής έχει πετύχει το Κένσο (αφύπνιση), ο δάσκαλος του δίνει ένα κικάν κοάν για να ξεπεράσει την διαφοροποίηση. Ένα Κοάν αυτού του τύπου είναι το εξής:

Ένας μοναχός ρώτησε τον δάσκαλο Τζάου-τζόου: «Ποια είναι η σημασία της έλευσης του Μποντιντάρμα από την Δύση;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Το κυπαρίσσι στον κήπο».

ΙΙΙ. Γκόνσεν Κοάν. Η λέξη Γκόνσεν σημαίνει διερεύνηση του νοήματος των λέξεων. Εδώ ο μαθητής καλείται να διεισδύσει στο βαθύτερο νόημα των λέξεων και των φράσεων. Να ένα τέτοιο Κοάν:

Ένας μοναχός ρώτησε τον δάσκαλο Τζάο-τζόου: «Τι είναι ο Τζάο-τζόου;»

Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Η ανατολική πύλη, η νότια πύλη, η δυτική πύλη και η βόρεια πύλη».

IV. Νάντο Κοάν. Νάντο σημαίνει δύσβατο, κάτι που είναι δύσκολο κανείς να διαπεράσει και ο μαθητής εδώ καλείται να διεισδύσει στο αδιανόητο. Το παρακάτω είναι ένα τέτοιο Κοάν:

            Ο δάσκαλος Γιέν-γουάν είπε στον μαθητή του: «Φέρε μου την βεντάλια από κέρατο ρινόκερω».

Ο μαθητής απάντησε: «Η βεντάλια έχει σπάσει».

Τότε ο δάσκαλος είπε: «Αν η βεντάλια έχει σπάσει, φέρε μου τον ίδιον τον ρινόκερω!»

V. Τόζαν Γκόι Κοάν. Τέλος υπάρχουν τα Γκόι Κοάν ή καλύτερα Τόζαν Γκόι Κοάν. Τόζαν γκόι σημαίνει Πέντε Τάξεις. Αυτά είναι τα Πέντε Στάδια του Τσ’αν που ήδη αναφέραμε.

Από τις βουδιστικές σχολές της Ιαπωνίας, αυτή που έχει διαδοθεί πολύ και έχει εκατομμύρια οπαδούς είναι η σχολή Τζόντο. Από τις σχολές του Ζεν η πολυαριθμότερη είναι η Σότο Ζεν, αλλά έχουν αρκετούς οπαδούς και οι σχολές Ομπάκου Ζεν και Ρινζάι Ζεν. .